Translate

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

ΟΙ "ΜΟΝΟΜΕΡΕΙΕΣ" ΤΟΥ ΜΑΡΞ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΡΟΫΝΤ



H θεοποίηση της …libido και του ανθρωπίνου πνεύματος

Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
booksonthesites.blogspot.com

Η ετεροχρονισμένη φόρτιση, που προκύπτει από την ιστορική προβολή παρελθόντων γεγονότων ιδεολογιών και ιδεών, ταλανίζει με απολύτως υποκειμενικό τρόπο τη σκέψη και τις ενέργειες του ανθρώπου ανά τους αιώνες. Αυτό είναι δυνατόν να εκδηλωθεί και με πολύ κοινότυπα πράγματα, όπως ας πούμε ο διορισμός του εγγονού στο δημόσιο, επειδή ο παππούς ήταν στο ΕΑΜ (άραγε ποια υπηρεσία μπορεί να το βεβαιώσει;). Ή μπορεί να οδηγήσει στην απόλυτη βεβαιότητα ενός top model ότι ο Marx έλεγε …βλακείες! Στην πρώτη περίπτωση, το θεωρητικό υπόστρωμα εμφανίζεται αφού προηγηθεί διάρρηξη των σχέσεων με το περιεχόμενο της θρησκείας και τις οντολογικές εκφάνσεις της. Στη δεύτερη περίπτωση ίσως βοηθήσει η επιτυχία της επόμενης collection. Μαρξιστική θεωρία δεν θα υπήρχε (με όλα τα συνεπακόλουθα της απόκτησης δικαιώματος σε διορισμό) αν ο Μαρξ, από την εφηβεία του σχεδόν, δεν είχε αποκηρύξει τις συμβατικές απόψεις για τη θρησκεία, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μίας ιδεολογίας με καθαρά αθεϊστικά χαρακτηριστικά. Βεβαίως, ούτε ο Marx πρωτοτύπησε στην εποχή του καθώς σαγηνεύτηκε από τα νεανικά χρόνια από την πανθεϊστική – αλλά στην ουσία της αθεϊστική – φιλοσοφία του Hegel.

ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Δεν ήταν τυχαίο, λοιπόν, ότι παγκόσμιες και περιφερειακές συρράξεις ξεκίνησαν μέσα από τα διαχρονικά γεωγραφικά όρια των γερμανικών φυλών και της μεταγενέστερης γερμανο-πρωσικής αυτοκρατορίας. Ούτε, βεβαίως, το γεγονός ότι οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες έστειλαν τον Λένιν στην Αγία Πετρούπολη για τη λεηλασία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Διότι εκτός από την αθεϊστική μαγιά απαιτούνται και εμπόλεμες καταστάσεις. Για παράδειγμα, η πρώτη προσπάθεια των μπολσεβίκων για την κατάληψη της εξουσίας στην τσαρική Ρωσία το 1905 είναι πανομοιότυπη με την Κομμούνα του 1871 στο Παρίσι, μετά την ήττα της Γαλλίας στο γαλλοπρωσικό πόλεμο 1870-1871. Τις διαδικασίες που οδήγησαν στην πρωσική νίκη φαίνεται πως είχαν κατά νου η ανώτατη στρατιωτική διοίκηση της Γερμανίας, υπό τον στρατηγό Ludendorff, το υπουργείο εξωτερικών και οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, όταν συμφώνησαν τον Μάρτιο του 1917 να στείλουν στη Ρωσία τον Λένιν και άλλα 31 πρωτοκλασάτα στελέχη των μπολσεβίκων, μέσα σε «σφραγισμένο» βαγόνι. Η πτώση του τσάρου, ένα μήνα πριν με την επανάσταση Κερένσκι, δεν οδήγησε στην πολυπόθητη έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο. Το «πριβέ» τραίνο, με τους επαγγελματίες επαναστάτες από την Ελβετία, διέσχισε τη Γερμανία το βράδυ της 10ης με 11ης Απριλίου, και τον Οκτώβριο του ιδίου έτους ο στρατηγός έβλεπε τα θεαματικά αποτελέσματα, που οδήγησαν στη διάσκεψη ειρήνης στο Μπρέστ Λιτόφσκ, στις 22 Δεκεμβρίου 1917.
Ο αρχιστράτηγος των γερμανικών δυνάμεων και ιθύνων νους των κινήσεων του γερμανικού στρατού, από τον Αύγουστο του 1916 έως και το φθινόπωρο του 1918, Erich Ludendorff κατάλαβε πολύ γρήγορα το λάθος του και το 1919, ούτε ένα χρόνο μετά τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου, κυκλοφόρησε την «Απολογία» του για τα πεπραγμένα στη διάρκεια των επιχειρήσεων και βεβαίως αναφέρθηκε και στην υπόθεση Λένιν για την οποία έγραψε ότι, στέλνοντας τον Λένιν στη Ρωσία, η Γερμανία είχε αναλάβει μία πολύ σοβαρή ευθύνη και ότι είχαν υποτιμήσει τον κίνδυνο εξάπλωσης της «πανούκλας» και δυτικά! Κατηγόρησε τον πρέσβη των μπολσεβίκων στο Βερολίνο ότι είχε οργανώσει την εξέγερση του Νοεμβρίου του 1918, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Αλλά ο Ludendorff γνώριζε ότι οι κύριοι υποκινητές της προπαγάνδας της δυσαρέσκειας στη Γερμανία ήταν οι «Σύμμαχοι», οι οποίοι και «έφτιαξαν» την Τσεχοσλοβακία και τον Χίτλερ για να εξασφαλίσουν την έναρξη του β΄ παγκοσμίου πολέμου. Μπορεί ο Marx να ήταν, κατά τον Engels, «ο μέγας άνθρωπος που προσέφερε για πρώτη φορά επιστημονική βάση στο σοσιαλισμό», αλλά οι σοσιαλιστές – κομμουνιστές δεν θα παίρναμε όρκο ότι χρησιμοποίησαν «επιστημονικά» εργαλεία για την επικράτησή τους.

ΘΕΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
Ποιόν να κατηγορήσουμε, λοιπόν, τον Marx ή τον Hegel ο οποίος απέρριψε την έννοια του Βιβλικού Θεού ως υπερβατικό όν, και θεοποίησε τον ανθρώπινο πνεύμα οδηγώντας το στην αλαζονεία; Κανέναν από τους δύο. Απλώς, ο Hegel επανέφερε στο προσκήνιο το ιδεολογικό format, κατά το οποίο «φορτώνει» κάποιος τις αντιθέσεις, χωρίς τις αρχικές μονομέρειές τους. Δηλαδή, διατύπωσε και αυτός, με τα δεδομένα της εποχής του, το σύμπλοκο ιδεαλιστικό σχήμα σύμφωνα με το οποίο έννοιες, απόψεις, ιδεολογίες κλπ πολεμούν το ένα το άλλο μέχρι να ενωθούν και να δημιουργήσουν κάτι καινούργιο, ενίοτε εύκολα ελεγχόμενο και διαχειρίσιμο. Η ετεροχρονισμένη ανάγνωση οδήγησε στο συμπέρασμα ότι εάν η «ένωση» αυτή είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτη, τότε ο αντικειμενικός σκοπός είναι η καταστροφή της «μονομέρειας» και η δημιουργία ενός καινούργιου ελεγχόμενου «όλου». Αυτό αποτελεί, στις μέρες μας, την αιχμή του δόρατος του παγκόσμιου νεοταξικού σχεδιασμού, κάτι ανάλογο με τη Λενινιστική - Σταλινική προσπάθεια μπολσεβικοποίησης, ή την αντίστοιχη του Χίτλερ ναζιστικοποίησης της Ευρώπης. Άλλωστε αυτοί που περνούσαν μια χαρά στη Σοβιετική Ένωση ήταν μόνον οι ακραιφνείς Σταλινικοί και το ίδιο συνέβαινε με τους Ναζί στη Γερμανία.  Δηλαδή, αυτή η «μονομέρεια» με την οποία ο Marx αντιμετώπισε τη θρησκεία έγινε αιτία της καταστροφής κάθε άλλης διακριτής «μονομέρειας» σε εθνικό, πολιτιστικό και φιλοσοφικό επίπεδο.
Την ίδια μονομέρεια και κακεντρέχεια απέναντι στη θρησκεία είχε και ο Sigmund Freud, ο οποίος τα θεωρούσε όλα αυτά αντανάκλαση του «εξευγενισμένου σεξουαλικού ενστίκτου», μία εξιδανικευμένη libido. Ο Freud ασχολήθηκε, μεταξύ άλλων, με την ψυχολογία των μαζών και χαρακτήριζε τη θρησκεία «αυταπάτη και ομαδικό παραλήρημα», ενώ παραλλήλιζε τις θρησκευτικές ιδέες με τις παραληρητικές εξάρσεις των ψυχοπαθών! Αν βρισκόταν πυκνά συχνά με τους ψυχοπαθείς, φυσικό ήταν να τα βλέπει όλα υπό το πρίσμα του ψυχιατρικού ασύλου. Τελικά Marx και Freud, εβραϊκής καταγωγής και οι δύο, απλώς διακωμώδησαν τη θρησκεία μέσα σε μία Χριστιανική Ευρώπη και όλα τα υπόλοιπα υπήρξαν τα απόνερα αυτής της μονομέρειάς τους. Τουτέστιν, κανείς τους δεν παραλλήλισε, για παράδειγμα, τις πολιτικές ιδέες και τις ιδεολογικές «μονομέρειες» με τις παραληρητικές εξάρσεις των ψυχοπαθών, αν και τέτοιες εξάρσεις εμφανίζονται ακόμη και σήμερα στον πολιτικό και κομματικό στίβο αλλά και στο δημόσιο λόγο γενικότερα.