Translate

Σάββατο 28 Μαΐου 2016

ΟΤΑΝ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΕΜΠΝΕΕΙ ΞΕΝΟΥΣ ΗΓΕΤΕΣ



- Με αφορμή την επίσκεψη στην Ελλάδα του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Κυρίλλου.
- Τα χίλια χρόνια παρουσίας των Ρώσων μοναχών στο Άγιον Όρος και η αφύπνιση του βουλγαρικού εθνικισμού.

Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
booksonthesites.blogspot.com

 

«Η επίσκεψή σας στην Ελλάδα πραγματοποιείται σε μιαν εξαιρετικά και πολλαπλώς κρίσιμη συγκυρία για την ευρύτερη περιοχή μας αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.  Και είναι ακριβώς αυτή η συγκυρία, σε συνδυασμό με την καθοριστική διεθνή εμβέλεια της Μεγάλης Χώρας σας, της Ρωσίας, που μου επιτρέπει αλλά και μου επιβάλλει το χρέος να επισημάνω τις εξής δύο, άκρως σημαντικές, προεκτάσεις της επίσκεψής σας, φυσικά δίχως να υποτιμώ, κάθε άλλο, τις προεκτάσεις της πολυεπίπεδης διμερούς μας συνεργασίας, τις οποίες θα συζητήσετε στην συνέχεια με τον Πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα.
Πρώτον, η επίσκεψή σας γίνεται κατά την διάρκεια του Έτους Ελλάδας -Ρωσίας, και θα κορυφωθεί με την αυριανή μετάβασή σας στο Άγιον Όρος, όπου και θα σας υποδεχθώ.  Ήτοι στην κοιτίδα αλλά και το λίκνο της Ορθοδοξίας.  Εκεί θα μας δοθεί η δυνατότητα ν’ αναδείξουμε, στους ταραγμένους καιρούς μας όπως προείπα, πόσον οι αρχές και οι αξίες της Χριστιανοσύνης εν γένει αλλά κυρίως της Ορθοδοξίας μπορούν και πρέπει να εμπνεύσουν τους Λαούς του κόσμου και τους Ηγέτες του ως προς την ανάγκη επικράτησης του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης, της Δικαιοσύνης και της Ειρήνης κατά την λήψη κάθε σημαντικής απόφασης για το μέλλον καθενός λαού και, εν τέλει, ολόκληρης της Ανθρωπότητας.
Δεύτερον - και μιας και αναφέρθηκα στο κορυφαίο αγαθό της Ειρήνης - η επίσκεψή σας αυτή μου δίνει εκ νέου την ευκαιρία, όπως το έπραξα και κατά την συνάντησή μας στη Μόσχα, ν’ αναδείξω το πόσο κρίσιμη είναι η στενή και ειλικρινής συνεργασία Ρωσίας, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να τερματισθεί, οριστικώς και ουσιαστικώς, ο πόλεμος στην Μέση Ανατολή, και συγκεκριμένα στην Συρία.  Διότι μόνον η έκβαση αυτή μπορεί να οδηγήσει αφενός στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του οξύτατου Προσφυγικού ζητήματος υπό όρους που σέβονται στο ακέραιο την αξία του Ανθρώπου.  Και, αφετέρου, στην πλήρη εξάλειψη της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας του ISIS, η οποία ενσαρκώνει τη νέα, αποτρόπαιη, βαρβαρότητα, δοθέντος ότι οι εκφραστές της διαπράττουν εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας.
Κύριε Πρόεδρε, καλώς ορίσατε. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η εδώ παρουσία σας αποτελεί το επιστέγασμα και την κορύφωση της ειλικρινούς, διαχρονικής και άκρως δημιουργικής σε διεθνές επίπεδο, φιλίας των Κρατών και των Λαών μας».

(Από το σύντομο διάλογο του  Προκόπη Παυλόπουλου με τον Βλαντιμίρ Πούτιν κατά την επίσημη υποδοχή στο Προεδρικό Μέγαρο. Όπως πάντα, η εκφορά του λόγου του προέδρου της Δημοκρατίας περιείχε πολλές κοινοτοπίες.)


Στο The Greek Struggle in Macedonia, 1897-1913”, ο D. Dakin θεώρησε – και πολύ σωστά – ότι η ένοπλη φάση των βουλγαρικών διεκδικήσεων στη Μακεδονία άρχισε μετά την ταπεινωτική ήττα της Ελλάδας στον Ελληνο-τουρκικό πόλεμο του 1897. Άλλωστε δρυός πεσούσης πάς ανήρ ξυλεύεται. Τακτική που η σοβινιστική ηγεσία της Βουλγαρίας ακολούθησε και στους δύο παγκοσμίους πολέμους, όταν και τις δύο φορές κατέλαβε την Ανατολική Μακεδονία, με τις πλάτες των Γερμανών, και εκμεταλλευόμενη την ανυπαρξία ελληνικής διοίκησης και στρατού διέπραξε τα στυγερά εγκλήματά της εναντίον των ελληνικών πληθυσμών.
Θα μπορούσαμε, όμως, να ορίσουμε συμβατικά ως έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα και το 1878, τη χρονιά των δύο συνθηκών του Αγίου Στεφάνου και του Βερολίνου, μετά την ήττα της Τουρκίας στον πόλεμο με την Ρωσία το 1877. Η Ρωσία προωθούσε την τερατώδη επέκταση της Βουλγαρίας στη Μακεδονία και τη Θράκη, ως μία σημαντική παράμετρο της εξάπλωσης του πανσλαβισμού στα Βαλκάνια και της αποδυνάμωσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Είχαν όμως προηγηθεί και άλλα σημαντικά γεγονότα, που έθεταν το πλαίσιο των μετέπειτα εξελίξεων.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΪΣΙΟ ΣΤΟΝ ΜΙΛΑΔΙΝΩΦ
Η εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων, εντός του βουλγαρικού χώρου, προήλθε σαφώς από τη «Σλαβοβουλγαρική Ιστορία» που συνέγραψε το 1762 ο μοναχός Παϊσιος, ο οποίος εμόνασε από νεαρά ηλικία στη μονή Χελανδαρίου του Αγίου Όρους. Πρόκειται για ένα έργο πολιτικής και εθνικής διακήρυξης των Βουλγάρων, αλλά ταυτοχρόνως παρουσιάζει ένα χαρακτήρα καθ’ ολοκληρίαν ανθελληνικό. Ο μισελληνισμός ή η ελληνοφοβία του Παϊσίου έχει αποδοθεί από τους ιστορικούς στην έντονη πνευματική κίνηση του Ελληνισμού, που επικρατούσε επί των ημερών του, με σαφή χαρακτηριστικά ενός νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Ήδη από το 1966, ο ομότιμος καθηγητής  του Α.Π.Θ., της εκκλησιαστικής ιστορίας και της γραμματείας των Σλάβων, Αντώνιος – Αιμίλιος Ταχιάος ανέφερε σε μία εμπεριστατωμένη ιστορικά και βιβλιογραφικά διάλεξή του: «Ενώ λοιπόν εις τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη η εθνική αναγέννησις ευρίσκει πρωτοπόρους άνδρας αξιολόγου μορφώσεως και πνευματικής καλλιεργείας, η Βουλγαρία αφυπνίζεται εθνικώς υπό ενός ολιγογραμμάτου φανατικού καλογήρου, ο οποίος προσπαθεί να αποτινάξη το συναίσθημα μειονεκτικότητος υπό του οποίου και προσωπικώς κατατρύχεται, αλλά και δια λογαριασμόν των όσων αυτός θεωρεί ομοεθνείς του. Βεβαίως, η συνέχεια της εθνικής αφυπνίσεως των Βουλγάρων ήτο φυσικόν να έχη όλα τα μειονεκτήματα, τα οποία συνεπήγετο μία τοιαύτη αρχή».
Η «Ιστορία» του Παϊσίου ουδεμία επίδραση είχε στους πληθυσμούς της Μακεδονίας. Από τα 60 απόγραφα της «Ιστορίας του Παϊσίου», τα περισσότερα κυκλοφόρησαν πριν το 1860 και από όλα αυτά μόνο ένα γράφτηκε στη Μακεδονία το 1857, και αυτό με γράμματα του ελληνικού αλφάβητου, από έναν ελληνοδιδάσκαλο ο οποίος μεταλλάχθηκε σε πράκτορα των Ρώσων, τον Δημήτριο Μιλαδίνωφ! Να τι αναφέρει σχετικώς ο κ. Ταχιάος:
«Η ανθελληνική δράσις του Μιλαδίνωφ εκδηλούται από της ημέρας της συναντήσεώς του μετά του Ρώσου καθηγητού του Πανεπιστημίου του Καζάν Βίκτωρος Grigorovic. Η παρουσία του Grigorovic εν Μακεδονία κατά το έτος 1845 εσήμανε την έναρξιν βουλγαρικής εθνικής κινήσεως, πρωτεργάται της οποίας υπήρξαν ο Δημήτριος Μιλαδίνωφ και ο νεώτερος αδελφός τούτου Κωνσταντίνος… Ο Δημήτριος επεδόθη ενταύθα (στο ελληνικό Γυμνάσιο των Ιωαννίνων κατά τα έτη 1833-1836) μετά πρωτοφανούς ζήλου εις την μελέτην των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Ο εκ των βιογράφων του K. Sapkarev μας πληροφορεί ότι μέχρι του έτους 1847 ο Μιλαδίνωφ υπήρξε τρομερός ελληνιστής, φανατικός δια τον ελληνισμόν, δυνάμενος να αποβή λίαν επιζήμιος δια τον βουλγαρικόν εθνικισμόν»!
Ο Grigorovic είχε έλθει στη Μακεδονία για να ανακαλύψει τους … Βουλγάρους και θεωρούσε ως δεδομένο ότι κάθε σλαβόφωνος ήταν οπωσδήποτε και Βούλγαρος και μάλιστα προσπαθούσε να τους πείσει γι αυτό. Να τι ομολόγησε ο ίδιος για την επίδραση της ελληνικής γλώσσας στο σλαβοφανές ιδίωμα της Μακεδονίας: «…βαρύνει τόσον πολύ, ώστε οι Βούλγαροι μετά δυσκολίας εκφράζονται εις τας εξωτερικάς των σχέσεις. Η γλώσσα αύτη δικαιώνεται μόνον εις τον στενόν οικογενειακόν κύκλον, τον οποίον ζωντανεύει η παρουσία γυναικών… καθ’ όλην την νότιαν Μακεδονίαν, από Θεσσαλονίκης μέχρις Αχρίδος και από των συνόρων της Θεσσαλονίκης μέχρι Σκοπίων και Μελενίκου, όχι μόνον εις τους μητροπολιτικούς ναούς, αλλά και εις αυτούς των χωρίων η λατρεία τελείται εις ελληνικήν γλώσσαν». Παρ’ όλα αυτά ο Grigorovic έπεισε τον Μιλαδίνωφ ότι ήταν Βούλγαρος και του ανέθεσε μάλιστα να γράψει και τη Γραμματική του ομιλουμένου σλαβικού ιδιώματος, αλλά ο Μιλαδίνωφ δεν γνώριζε να γράφει τη βουλγαρική και η «Γραμματική» του ουδέποτε εξεδόθη!
 ΣΕΡΒΙΚΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
Στις 14/26 Αυγούστου 1867, σε μία μικρή κωμόπολη κοντά στη Βιέννη, η Ελλάδα και η Σερβία υπέγραψαν τη Συνθήκη του Φεσλάου, με κυρίαρχο σκοπό την απελευθέρωση όλων των Χριστιανών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Εάν αυτό αποδεικνυόταν ανέφικτο, η συνθήκη καθόριζε ως ελάχιστο όριο εδαφικών προσαρτήσεων, για μεν την Ελλάδα, τη Θεσσαλία και την Ήπειρο, για δε τη Σερβία, τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη. Σε περίπτωση που η Ελλάδα προσαρτούσε την Κρήτη, η συνθήκη δεν προέβλεπε εδαφικά ανταλλάγματα για τη Σερβία. Τι θα γινόταν όμως, εάν επιτυγχανόταν ο αντικειμενικός σκοπός για την απελευθέρωση όλων των Χριστιανών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας; Το προέβλεπε κι αυτό η συνθήκη. Οι πληθυσμοί θα αποφάσιζαν με δημοψήφισμα με ποια χώρα επιθυμούσαν να ενωθούν, με την Ελλάδα ή με τη Σερβία.
Όταν μία χώρα υπογράφει τέτοιας μορφής συνθήκη, υποτίθεται ότι, μετά από μία δεκαετία, είναι πανέτοιμη από στρατιωτικής πλευράς. Αμ, δε. Την εποχή της υπογραφής της συνθήκης του Φεσλάου, οι αντίστοιχοι κύκλοι της σερβικής Μεγάλης Ιδέας πίστευαν, ή τουλάχιστον ισχυρίζονταν, ότι το σλαβικό ιδίωμα της περιοχής των Σκοπίων ήταν σερβική διάλεκτος. Επειδή κάτι τέτοιο έπρεπε να «δεθεί» και επιστημονικά, αλλά δεν έδενε, οι Σέρβοι επινόησαν το ιδεολόγημα του μακεδονισμού, μόνο και μόνο για να αποσπάσουν τους πληθυσμούς από τη βουλγαρική επιρροή. Όμως αυτό το ιδεολόγημα υπήρξε, σε πρώτη φάση, χρήσιμο για τη βουλγαρική προπαγάνδα που, κυρίως από το 1893 («Δυστυχώς επτωχεύσαμεν») και μετά, εμφάνισε με δυναμικότερο τρόπο τις διεκδικήσεις της με τη δυαδική μορφή της προσάρτησης ή της αυτονομίας της Μακεδονίας.
Στις 30 Ιουνίου 1876 η Σερβία κήρυξε τον πόλεμο στην Τουρκία και ζήτησε από την Ελλάδα να εφαρμόσει τη συνθήκη του Φεσλάου. Αυτά που ακολούθησαν αναδεικνύουν όλες τις παθογένειες του αποικιακού τύπου ελληνικού πολιτικού συστήματος. Η Ελλάδα ήταν παντελώς ανέτοιμη για μία τέτοια εξέλιξη. Η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο για αναζήτηση δανείου 10 εκατομμυρίων δραχμών, για τις πολεμικές προετοιμασίες. Η Βουλή όμως, παραδόξως, καταψήφισε το νομοσχέδιο, παρά την πολεμική φρενίτιδα που είχε καταλάβει τον ελληνικό λαό και τα ψηφίσματα στα μαζικά συλλαλητήρια.
Ο Κουμουνδούρος παραιτήθηκε αηδιασμένος. Ακολούθησε 6μηνη ακυβερνησία, κατά την οποία η Αγγλία ασκούσε εκβιαστικές πιέσεις να παραμείνει η χώρα ουδέτερη. Στις 12/24 Απριλίου 1877 η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Στις 26 Μαϊου 1877 (π.η.) σχηματίστηκε στην Αθήνα οικουμενική κυβέρνηση υπό τον γηραιό Κωνσταντίνο Κανάρη και πήραμε δάνειο 20 εκατομμυρίων δραχμών. Η Τουρκία, μέσω της βρετανικής διπλωματίας, πίεζε να παραμείνει το Ελληνικό Βασίλειο ουδέτερο. Ο Άγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα απαίτησε στις 14 Αυγούστου κατηγορηματική δήλωση ουδετερότητας και καμία ανάμειξη σε επαναστατικά κινήματα, διαφορετικά… οι γνωστές απειλές για ναυτικό αποκλεισμό και κατάληψη των Αθηνών. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε πίσω και αποφάσισε να τηρήσει «επιφυλακτική» ουδετερότητα.
Ο γηραιός Κανάρης πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1877. Οι Ρώσοι προελαύνουν στη Βαλκανική και το πολεμικό μένος του κόσμου φθάνει στο αποκορύφωμά του. Στα μέσα του Ιανουαρίου του 1878, οι Αθηναίοι καταλαμβάνονται από φρενίτιδα και γίνονται επιθέσεις στα σπίτια υπουργών. Μπροστά στο πολεμικό μένος του κόσμου, η κυβέρνηση διατάζει τον αντιστράτηγο Σκαρλάτο Σούτσο να εισβάλει στο τουρκικό έδαφος. Η εισβολή έγινε στις 21 Ιανουαρίου 1878, με 24.000 άνδρες, 4 πυροβολαρχίες και 300 ιππείς. Έλα όμως που στις 19 Ιανουαρίου είχε υπογραφεί ανακωχή μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας και η Ελλάδα βρέθηκε ως η μόνη εμπόλεμη με την Τουρκία. Στις 26 Ιανουαρίου, δεχόμενη πιέσεις και από τη Ρωσία, η Ψωροκώσταινα αναγκάστηκε να ανακαλέσει τις δυνάμεις της και να αφήσει στο έλεος του Θεού, όλες τις επαναστατικές δυνάμεις στην Ήπειρο και τη Μακεδονία κατά τη διάρκεια του 1878. (!)
Η ΡΩΣΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΡΧΙΑ
Το σκηνικό είχε ανατραπεί όταν στις 28 Φεβρουαρίου του 1870, κατά παράβαση των εκκλησιαστικών κανόνων, συστήθηκε με σουλτανικό φιρμάνι η Βουλγαρική Εξαρχία, η Μπάλγκαρσκα εξάρχιγια, ως αυτόνομη ορθόδοξη εκκλησία, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πίσω από το φιρμάνι του Αμπντούλ Αζίζ βρισκόταν ο πανσλαβιστής Ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, από το 1864-1877, Νικολάι Ιγνάτιεφ.
Αλλά, για λόγους ακριβούς ιστορικής αποτίμησης θα πρέπει να αναφερθούμε στο μεταρρυθμιστικό διάταγμα του Χάττ-ι-Χουμαγιούν στις αρχές του 1856, το οποίο αποτελούσε ένα «Διάταγμα Εμπέδωσης» του Γκιουλχανέ Χατ-ι-Σερίφ του 1839, στο πλαίσιο του Τανζιμάτ, μίας σειράς μεταρρυθμίσεων με στόχο την αναδιοργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Κριμαϊκός πόλεμος είχε λήξει και οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να δεχθούν ένα ριζοσπαστικό κείμενο, για την ισότητα όλων των υπηκόων της αυτοκρατορίας σε ζητήματα φορολογίας, τη συμμετοχή τους σε όλα τα διοικητικά και δικαστικά όργανα, την εισαγωγή τους στις στρατιωτικές σχολές.
Το 1870, αυτό που κατάφερε να πετύχει, σε πρώτη φάση, το Πατριαρχείο ήταν να περιορίσει τις υπέρμετρες βουλγαρικές αξιώσεις για τις περιοχές που θα υπάγονταν στην Εξαρχία. Δημιουργήθηκαν 13 Εξαρχικές αρχιερατικές περιφέρειες, ενώ η αρχική απαίτηση των Βουλγάρων ήταν η δημιουργία 30 περιφερειών στα βιλαέτια Μοναστηρίου, Θεσσαλονίκης, Ρωμυλίας και Αδριανουπόλεως, μία περιοχή που περιελάμβανε ουσιαστικά όλη τη Βαλκανική, εκτός του Ελληνικού Βασιλείου. Αυτό που δεν μπόρεσε να αποτρέψει το Πατριαρχείο ήταν ο τελευταίος όρος του διατάγματος, που επέτρεπε τη δυνατότητα δημιουργίας εξαρχικών επισκοπικών περιφερειών και σε επαρχίες (καζάδες), που «το όλον, ή τουλάχιστον τα δύο τρίτα των ορθοδόξων κατοίκων, θέλουν να υπόκεινται εις την βουλγαρικήν εξαρχίαν».
Η πρόβλεψη αυτή άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου, διότι οι Βούλγαροι άρχισαν αμέσως τις έκνομες ενέργειες εναντίον των ομόθρησκων Ελλήνων και Σέρβων, προκειμένου να πετύχουν την πολυπόθητη αναλογία. Έτσι, λοιπόν, η βουλγαρική Εξαρχία απέκτησε τις πρώτες επισκοπές της σε όλη τη σημερινή Βουλγαρία, εκτός από τις πόλεις Βάρνα, Μεσημβρία, Φιλιππούπολη και Στενήμαχο, καθώς είχαν πολυπληθή ελληνικό πληθυσμό. Στις περιοχές των Σκοπίων και της Αχρίδας οι κάτοικοι επέλεξαν με ψηφοφορία την προσχώρησή τους στην Εξαρχία.
 Ήταν όμως η εξέλιξη αυτή κεραυνός εν αιθρία; Όχι. Τα περί αυτόνομης βουλγαρικής εκκλησίας είχαν δρομολογηθεί από το 1840, από την εποχή του πατριάρχη Μελετίου του Γ΄, μετά το Γκιουλχανέ Χατ-ι-Σερίφ του 1839. Ήταν η εποχή που οι Ρώσοι πανσλαβιστές στρατολογούσαν Βούλγαρους ιερείς σε κωμοπόλεις και χωριά, με το επιχείρημα ότι εθνική βουλγαρική ανεξαρτησία δεν θα μπορούσε να υπάρξει εάν δεν υπήρχε μία ανεξάρτητη αυτόνομη βουλγαρική εκκλησιαστική Αρχή. Η πρώτη σύνοδος της βουλγαρικής Εξαρχίας έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1871 και τον επόμενο χρόνο, μετά από διάφορες διεργασίες και εξελίξεις και έντονο διπλωματικό παρασκήνιο, ο Έξαρχος Άνθιμος Α΄ ανακήρυξε μονομερώς το αυτοκέφαλο της βουλγαρικής Εξαρχίας, κάτι που δεν όριζε τον σουλτανικό φιρμάνι.
Η αντίδραση του Πατριαρχείου υπήρξε άμεση και έντονη. Ο πατριάρχης Άνθιμος Γ΄ συγκάλεσε το 1872 την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης» και προχώρησε στην καθαίρεση του Έξαρχου και των εξαρχικών επισκόπων.
«Ἀποκηρύττομεν κατακρίνοντες καί καταδικάζοντες τόν φυλετισμόν, τουτέστιν τάς φυλετικάς διακρίσεις καί τάς ἐθνικάς ἔρεις καί ζήλους καί διχοστασίας ἐν τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία… Τούς παραδεχομένους τόν τοιοῦτον φυλετισμόν καί ἐπ΄ αὐτῷ τολμώντας παραπηγνῦναι καινοφανείς φυλετικάς παρασυναγωγάς κηρύττομεν, συνωδᾷ τοῖς Ἱεροῖς Κανόσιν, ἀλλοτρίους τῆς μίας Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτό δή τοῦτο σχισματικούςκλπ).
Στη Σύνοδο, όχι μόνον δεν συμμετείχε η Εκκλησία της Ρωσίας, αλλά ο ραδιούργος Ιγνάτιεφ έπεισε τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο να αποχωρήσει εκτάκτως, χωρίς να υπογράψει, με τη δικαιολογία ότι θα επισκεπτόταν το πατριαρχείο Ιεροσολύμων ο Ρώσος Μέγας Δούκας Νικόλαος. Η αντίδραση της τότε ελληνικής κυβέρνησης άρχισε με την αντιμετώπιση του ζητήματος ως ένα εσωτερικό θρησκευτικό ζήτημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Πατριαρχείου. Άλλωστε, είχε προηγηθεί η ατυχής και αιματοβαμμένη Κρητική Επανάσταση (1866-1869) και η σφαγή του Δήλεσι (1870), με συνέπεια η οικονομική κατάσταση της χώρας και το διεθνές κύρος της να έχουν καταρρακωθεί. Το Κρητικό ζήτημα μονοπωλούσε εκείνη την περίοδο την πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων και δεν υπήρχε καμία προεργασία, ούτε καν σε διπλωματικό επίπεδο, για την αντιμετώπιση της κατάστασης στη Μακεδονία.
Την ελληνική διπλωματία την ικανοποιούσε η παραδοχή ότι η ίδρυση της βουλγαρικής Εξαρχίας ήταν αποτέλεσμα του ορθόδοξου θρησκευτικού εθνοφυλετισμού, και ότι αντιμετωπίστηκε από το Πατριαρχείο ως χριστιανική ορθόδοξη αίρεση, με τη σύγκληση της Πατριαρχικής Συνόδου. Οι διπλωματικές σχέσεις του Ελληνικού Βασιλείου με την υψηλή Πύλη και τις μεγάλες δυνάμεις υπήρξαν τεταμένες καθ’ όλη τη διάρκεια του β΄ μισού του 19ου αιώνα και εξ αιτίας των απελευθερωτικών κινημάτων του ελληνισμού στη Μακεδονία, το 1854, το 1878 και το 1886.
Στις 26 Απριλίου του 1899, ο Βούλγαρος υπουργός προπαγάνδας για τη Μακεδονία Ριζώφ ανέφερε εγγράφως στον πρίγκηπα Φερδινάνδο:
«Η βουλγαρική δραστηριότης εις Μακεδονίαν δεν είναι δυνατόν να συνεχισθή με την μέχρι τούδε εκπαιδευτικήν πολιτικήν. Δεν δυνάμεθα πλέον να αναμένωμεν τίποτα περισσότερον από τα σχολεία και την εκκλησίαν. Ελάβομεν ό,τι ήτο δυνατόν από τους Τούρκους (εννοεί υπό τύπον εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών παραχωρήσεων) και ήδη χάνομεν έδαφος προ του διατηρούντος τις θέσεις του Ελληνισμού. Ήδη πρωταρχικός σκοπός μας πρέπει να είναι η απελευθέρωσις της Μακεδονίας».
Αυτό που σαφώς εννοούσε ο Ριζώφ ήταν η εξολόθρευση, με κάθε μέσον, του Ελληνισμού της Μακεδονίας και αυτή η πολιτική διήρκησε έως και το 1944, βρίσκοντας δυστυχώς συμμάχους και ντόπιους αφελείς ή γραικύλους ή εξωμότες, σε όλα τα επίπεδα της κομματικής και πολιτικής ιεραρχίας στην Ελλάδα. Από το 1897 μέχρι τον Νοέμβριο του 1904 είχαν δολοφονηθεί περισσότεροι από 500 Έλληνες, μεταξύ των οποίων πολλοί ιερείς και γυναίκες. Πολλά από τα θύματα του βουλγαρικού σωβινισμού ήταν σλαβόφωνοι Έλληνες. Ο Κωνσταντίνος Πηχεών θα γράψει, χρόνια αργότερα, στον πρόλογο των απομνημονευμάτων του πατέρα του Αναστασίου:
«Είναι οι ξενόγλωσσοι εκείνοι, δια τους οποίους δεν ημπορούμεν να κρύψωμεν τον θαυμασμόν δια την ανεπηρέαστον και αμετάτρεπτον ελληνικήν συνείδησιν, που επέδειξαν, δια το σταθερόν ηρωϊκόν φρόνημα, το οποίο ανέταξαν, δια το ακατάβλητον θάρρος, με το οποίον υπέρ της ελληνικότητος αυτών ηγωνίσθησαν και πολλοί εθυσιάσθησαν. Οι ξενόφωνοι Έλληνες, των οποίων όσοι είμεθα απόγονοι, δικαιούμεθα να είμεθα υπερήφανοι, είναι εξηκριβωμένον, ότι κατά τους εθνικούς αγώνες εν Μακεδονία υπερέβαλον εις πολλάς ενεργείας τους ελληνοφώνους ομοφύλους των».

Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

"ΤΕΡΑΤΟΜΗΧΑΝΕΣ" ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ



Στάλιν και Χίτλερ, μαριονέτες της Αόρατης Διεθνούς, σε μία ανεπανάληπτη(;) παρτίδα σκάκι. Στόχος η εξολόθρευση εκατοντάδων εκατομμυρίων πολιτών και η αέναη ανοικοδόμηση της Ευρώπης εκ θεμελίων.

Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
booksonthesites.blogspot.com

 

«Την απόφαση να συγκεντρώσουν το μεγαλύτερο όγκο δυνάμεων μετά το τέλος της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου στα σύνορα με τη Ρωσία, έλαβαν τα 28 μέλη του ΝΑΤΟ, με το διήμερο συμβούλιο που έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτενμπεργκ, αυτή η απόφαση αποτελεί μία «απάντηση προς το Κρεμλίνο, το οποίο θα πρέπει να μάθει την ισορροπία μεταξύ της άμυνας και του διαλόγου».

Το Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών των μελών του ΝΑΤΟ είχε διάρκεια δύο ημερών. Στην ατζέντα υπήρχαν τα θέματα της Ρωσίας, του Ισλαμικού Κράτους και το Προσφυγικό. Το μεγαλύτερο μέρος αναλώθηκε στην κρίση που διαφαίνεται με τη Ρωσία και τις απειλητικές «κορόνες» από τον πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν, καθώς και τα τελευταία «θερμά» επεισόδια στη Βαλτική, αλλά και σε άλλα σημεία κατά μήκος των ρωσικών συνόρων, με βρετανικά και αμερικανικά πολεμικά σκάφη».

 (Από την τρέχουσα ειδησεογραφία. Θεωρήστε το άσχετο)

 

«Γύρω από το τραπέζι της διάσκεψης οι εκδηλώσεις χαράς ήταν ενθουσιώδεις και ακολούθησαν πολλές προπόσεις. Ο Στάλιν έκανε αυθόρμητα πρόποση προς τιμήν του Φύρερ λέγοντας: «Γνωρίζω πόσο πολύ το γερμανικό έθνος αγαπάει τον Φύρερ του, για αυτό και θα ήθελα να πιώ στην υγειά του». Από όλα αυτά, μπορούμε να καταλήξουμε στο εξής απλούστατο ηθικό δίδαγμα: «Η εντιμότητα είναι η καλύτερη πολιτική»!

(«Δηλητηριώδες» σχόλιο του Τσώρτσιλ για την υπογραφή του Συμφώνου μη Επίθεσης μεταξύ Στάλιν και Χίτλερ, τον Αύγουστο του 1939. Θεωρήστε το σχετικό).

 

Το ερώτημα ταλάνισε πανεπιστημιακές έδρες αλλά και ανεξάρτητους ιστορικούς ερευνητές: Ήταν τόσο αφελής ο Χίτλερ ώστε να πιστέψει ότι θα μπορούσε η Ναζιστική Γερμανία να αντιμετωπίσει τις ορδές των Σοβιετικών στρατιωτών, το ανάγλυφο της Ρωσικής και Σιβηρικής ενδοχώρας και τις αρκτικές συνθήκες, που επικρατούσαν τους περισσότερους μήνες του χρόνου, στη μεγαλύτερη χώρα του κόσμου; Θα μπορούσε άραγε, για οποιοδήποτε λόγο, να υποπέσει στην ίδια θανάσιμη παγίδα του διπλού μετώπου στο οποίο είχε υποπέσει η ανώτατη στρατιωτική ηγεσία της αυτοκρατορικής Γερμανίας στον Α΄ Π.Π.;

Από την άλλη πώς είναι δυνατόν να τροφοδοτούσε ο Στάλιν με πρώτες ύλες τη ναζιστική Γερμανία, για τη βαριά βιομηχανία της, και μάλιστα το τελευταίο δρομολόγιο του τραίνου να γίνει το προηγούμενο βράδυ της γερμανικής επίθεσης, στις 22 Ιουνίου του 1941; Επρόκειτο για τα παραλειπόμενα του Συμφώνου Μολότωφ – Ρίμπεντροπ του 1939, ή απλώς ο Στάλιν δεν κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο και συνέχιζε να στέλνει πρώτες ύλες στον Χίτλερ; Να πως εξηγούσε το 1948 την κατάσταση ο Ουίνστον Τσώρτσιλ στον 1ο τόμο του πολύκροτου έργου του «Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος», με τίτλο The Gathering Storm:

«Το Σύμφωνο Μη Επίθεσης και η μυστική συμφωνία υπογράφηκαν αργά τη νύχτα της 23ης Αυγούστου (1939). Παρά τα όσα έχουν καταγραφεί αμερόληπτα σε αυτό το κεφάλαιο, μόνο η ολοκληρωτική και τυραννική φύση των καθεστώτων και στις δύο χώρες μπορούσε να αντιμετωπίσει τη γενική κατακραυγή από μία τόσο ειδεχθή πράξη. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιος από τους δύο, ο Χίτλερ ή ο Στάλιν, την απεχθανόταν περισσότερο. Και οι δύο γνώριζαν ότι ήταν απλώς μία προσωρινή λύση. Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις δύο αυτοκρατορίες και στα δύο πολιτικά (;) συστήματα ήταν θανάσιμοι. Δίχως αμφιβολία ο Στάλιν αντιλαμβανόταν ότι ο Χίτλερ δεν θα ήταν τόσο επικίνδυνος εχθρός για τη Ρωσία έπειτα από ένα χρόνο πολέμου με τις Δυτικές Δυνάμεις. Ο Χίτλερ ακολουθούσε τη μέθοδό του: «Μία χώρα την κάθε φορά». Το γεγονός όμως ότι μία τέτοια συμφωνία ήταν εφικτή φανερώνει την παταγώδη αποτυχία της βρετανικής και γαλλικής εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας για πολλά χρόνια».

ΚΙ ΟΜΩΣ ΤΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΙ

Ο καθηγητής Antony Sutton με τα βιβλία του, τις εμπεριστατωμένες έρευνες και τις ομιλίες του απέδειξε με ποιόν τρόπο μία κλειστή κάστα τραπεζιτών και βιομηχάνων στις ΗΠΑ και πιστωτές του City του Λονδίνου δημιούργησαν και χρηματοδότησαν από την αρχή τρεις υποτιθέμενους εχθρούς της χρηματοπιστωτικής διεθνούς, τη Μπολσεβίκικη Ρωσία, τη Ναζιστική Γερμανία και τον Fabian σοσιαλισμό του Franklin Delano Roosevelt, με την επινόηση του New Deal. (Στην εγχώρια εκδοχή του «το συμβόλαιο με το λαό» του Ανδρέα Παπανδρέου, ή αλλιώς «Γκοβότσο προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα» του Αλέκου Σακελλάριου).

Όμως ο Sutton δεν ήταν ο μόνος που απέδειξε τη μεγάλη πλάνη στο παγκόσμιο βασίλειο της αυταπάτης. Ο Charles Higam εξέδωσε το 1983 το βιβλίο “Trading with the Enemy: The Nazi-American Money Plot 1933-1949”, το οποίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά με το τίτλο «Αμερικανο-Ναζιστική συνωμοσία». Γράφει ο Higam:
«Έτσι, λοιπόν, σοκαρίστηκα ανακαλύπτοντας ότι ορισμένοι από τους μεγαλύτερους ηγέτες των αμερικανικών πολυεθνικών, συνεργάζονταν με ναζιστικές οργανώσεις πριν και μετά το Περλ Χάρμπορ, όπως λόγου χάρη με την  Άι Τζι Φάρμπεν, το κολοσσιαίο ναζιστικό βιομηχανικό τραστ, που δημιούργησε το Άουσβιτς. Οι ηγέτες αυτοί συνδέονταν μεταξύ τους μέσω μίας οργάνωσης, που την ονόμασαν Αδελφότητα. Καθένας απ’ αυτούς τους μεγαλόσχημους επιχειρηματίες συνδέονταν με τους άλλους, μέσα από κάποια αλληλένδετα διευθυντικά αξιώματα ή οικονομικές πηγές. Όλοι τους αντιπροσωπεύονταν διεθνώς από τη Νάσιοναλ Σίτι Μπανκ ή από την Τσέιζ Νάσιοναλ Μπάνκ, καθώς και από τους ναζήδες δικηγόρους Γκέρχαρντ Βέστρικ και δόκτορα Χάινριχ Άλμπερτ. Όλοι τους συνδέονταν στενά με τον περιβόητο ναζιστή οικονομολόγο Έμιλ Πουλ, ο οποίος διηύθυνε τη Ράιχσμπανκ του Χίτλερ, καθώς και την Τράπεζα Διεθνών Διευθετήσεων. Όλοι τους αυτοί οι μεγιστάνες εμφορούνταν από μία κοινή ιδεολογία: να συνεχίσουμε τις δουλειές μας, όπως παλιά. Δεμένα μεταξύ τους με ταυτόσημες αντιδραστικές ιδέες τα μέλη της Αδελφότητας αναζητούσαν ένα κοινό μέλλον, κάτω από τη φασιστική κυριαρχία, δίχως να λογαριάζουν ιδιαίτερα ποιος παγκόσμιος ηγέτης θα μπορούσε να βοηθήσει καλύτερα αυτή τη φιλοδοξία τους».
Ο Viktor Suvorov, πρώην αξιωματικός πληροφοριών του Σοβιετικού Στρατού, στο βιβλίο του «ΣΤΑΛΙΝ, ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΧΕΔΙΟ - Πώς ο Στάλιν σχεδίασε την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου», αποκαλύπτει με ποιόν τρόπο ο Στάλιν έχασε για λίγες ημέρες την ευκαιρία να εξαπολύσει πρώτος επίθεση εναντίον της Ναζιστικής Γερμανίας. Από το σχόλιο της έκδοσης: «Ο Στάλιν θεωρούσε την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία ως τη δύναμη η οποία θα πολεμούσε και θα αποδυνάμωνε τις ασθενείς καπιταλιστικές χώρες, ούτως ώστε οι Σοβιετικές στρατιές να μπορούν μετά να σαρώσουν όλη την Ευρώπη… Ο Suvorov διατείνεται πως αφότου η Γερμανία κατέκτησε την Πολωνία, νίκησε τη Γαλλία, και άρχισε να προετοιμάζεται για μία εισβολή στη Μεγάλη Βρετανία, οι υπηρεσίες πληροφοριών του Χίτλερ εντόπισαν τις προετοιμασίες της Σοβιετικής Ένωσης για έναν μεγάλο πόλεμο κατά της Γερμανίας. Υποστηρίζει πως αυτό οδήγησε στο σχέδιο προληπτικού πολέμου εκ μέρους της Γερμανίας και στην εισβολή στην ΕΣΣΔ».
Τον Ιούνιο του 1941, οι γερμανικές στρατιές είχαν σαρώσει όλη την Ευρώπη (Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Δανία, Νορβηγία, Βέλγιο, Γαλλία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα). Σε καμία χώρα δεν υπήρχε τακτικός στρατός, κυβέρνηση, κοινοβούλιο. Ο Χίτλερ έμοιαζε να παίζει το ρόλο του «χρήσιμου ηλίθιου», για την επικείμενη προέλαση του σοβιετικού MEGA – στρατού με στόχο την επιβολή της κομμουνιστικής επανάστασης και την κατάληψη ολόκληρης της Ευρώπης. Γράφει ο Suvorov:
«Ο Στάλιν ήξερε ότι ο διμέτωπος πόλεμος σήμαινε αυτοκτονία για τον Χίτλερ. Υπολόγισε ότι ο Χίτλερ δεν θα αυτοκτονούσε ξεκινώντας έναν πόλεμο στα ανατολικά χωρίς πρώτα να έχει τελειώσει τον πόλεμο στα δυτικά. Ο Στάλιν περίμενε να αποβιβαστούν τα Γερμανικά σώματα πάντσερ στη Βρετανία. Στο μεταξύ έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να πείσει τον Χίτλερ για την επιθυμία του για ειρήνη. Αυτός ήταν ο λόγος που τα Σοβιετικά αντιαεροπορικά πυροβόλα δεν έβαλαν κατά των Γερμανικών αεροσκαφών που παραβίαζαν τον Σοβιετικό εναέριο χώρο… Αν ο Στάλιν είχε πετύχει να πείσει τον Χίτλερ ότι η Σοβιετική Ένωση ήταν ουδέτερη, τότε ο κύριος όγκος των Γερμανικών δυνάμεων θα είχε εμπλακεί σε σφοδρές μάχες προσπαθώντας να αποβιβαστεί στα Βρετανικά νησιά, αφήνοντας πρακτικά απροστάτευτη ολόκληρη την Ευρώπη και ώριμη να «απελευθερωθεί» από τον Κόκκινο Στρατό». (Σ.Σ.: όπως ακριβώς «απελευθερώθηκαν» στο τέλος του πολέμου οι χώρες του λεγόμενου «Ανατολικού Μπλοκ» ή του «Σιδηρούν Παραπετάσματος».
ΧΥΜΑ ΚΑΙ «ΤΣΟΥΒΑΛΑΤΑ»
Ο Suvorov είναι «ανελέητος» και αποδεικνύει τα γραφόμενά του: «Ο Στάλιν είχε βοηθήσει τον Χίτλερ να ανέβει στην εξουσία και τον μεταμόρφωσε, σύμφωνα με τα λόγια του Στάλιν, σε ένα πραγματικό «Παγοθραυστικό» το οποίο θα πυροδοτούσε την παγκόσμια επανάσταση στην Ευρώπη. Ο Στάλιν ωθούσε συνεχώς αυτό το Παγοθραυστικό της επανάστασης. Ο Στάλιν ζητούσε από τους Γάλλους και από άλλους κομμουνιστές να αφήσουν το Παγοθραυστικό να συντρίψει την Ευρώπη. Ο Στάλιν εφοδίαζε το Παγοθραυστικό με οτιδήποτε χρειαζόταν για μία νικηφόρα προέλαση. Ο Στάλιν έκλεινε τα μάτια του σε όλα τα εγκλήματα που διέπρατταν οι Γερμανοί. Ο Χίτλερ είχε μαντέψει το σχέδιο του Στάλιν. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε καταστροφικά για τον Στάλιν: πήρε μόνο τη μισή Ευρώπη»!
Ο Suvorov ισχυρίζεται ότι η γερμανική επίθεση βρήκε τον σοβιετικό στρατό σε επιθετική διάταξη και όλες τις μονάδες πολεμικού υλικού υποστήριξης κοντά στα σύνορα. Τα μεγέθη του σοβιετικού στρατού ήταν εξωπραγματικά. Ο Στάλιν μέσα σε μία εβδομάδα κινητοποίησε 10 εκατομμύρια στρατιώτες, ενώ η περιοχή πέρα από την οροσειρά των Ουραλίων έμοιαζε σαν μία τεράστια χοάνη που «ξερνούσε», σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, χιλιάδες αεροσκάφη και άρματα μάχης. Το 1943, στην επική αρματομαχία του Κούρσκ οι Γερμανοί πίστευαν ότι με τα Tiger θα κέρδιζαν τη μάχη. Αλλά τα σοβιετικά άρματα μάχης ήταν ατελείωτα! Στο Στάλινγκραντ χάθηκαν δύο εκατομμύρια ζωές. Οι Γερμανικές στρατιές εκμηδενίστηκαν με πάνω από 1.200.000 νεκρούς. Οι Σοβιετικοί έχασαν 800.000 άνδρες! Από το 1942 οι Γερμανοί είχαν στείλει στο ανατολικό Μέτωπο 197 μεραρχίες. Ο Βενιζέλος με μία μεραρχία ήθελε να πάρει τη Σμύρνη και με 12 μισές μεραρχίες τη Μικρά Ασία!
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ
Ο Μπολσεβικισμός «τρεφόταν» πάντοτε από τον πόλεμο, την καταστροφή και την κοινωνική και οικονομική κατάπτωση. Όταν ξέσπασαν τα επεισόδια στο Πέτερσμπουργκ, στις 9 Ιανουαρίου του 1905 - στη μεγάλη «δοκιμή» της μετέπειτα «Οκτωβριανής» επανάστασης του 1917 -  το Τσαρικό καθεστώς βρισκόταν σε δυσχερή θέση εξαιτίας του πολέμου με την Ιαπωνία, που είχε ξεσπάσει ένα χρόνο πριν, με την αιφνιδιαστική επίθεση στη ρωσική ναυτική βάση του Πόρτ Άρθουρ, και εξαιτίας μίας πρωτοφανούς πολυετούς κοινωνικής αναταραχής, με απεργίες, διαδηλώσεις και δολοφονίες. Η ανέξοδη κατηγορία περί «θεωριών συνομωσίας» ήταν αυτή που εξάλειψε από την τρέχουσα ιστορική αφήγηση, τον ισχυρισμό ότι ο ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος, και το αποτέλεσμά του, είχαν προβλεφθεί γιατί είχαν προσχεδιαστεί και χρηματοδοτηθεί από τις δυνάμεις του Χρήματος για την εξυπηρέτηση οικονομικών και στρατηγικών συμφερόντων, με την «κατεδάφιση» του Τσαρικού καθεστώτος.
Ο ρωσικός στρατός και το ναυτικό είχαν υποστεί συντριπτικές ήττες, με αποκορύφωμα την ολοκληρωτική καταστροφή του ρωσικού στόλου της Βαλτικής στη ναυμαχία της Τσουσίμα στα τέλη Μαϊου 1905. Για να φθάσουν τα ρωσικά πολεμικά στην Άπω Ανατολή ταξίδευαν 7 μήνες, διανύοντας 18.000 μίλια. Το σοκ από τον αφανισμό του στόλου οδήγησε μεταξύ άλλων και στην ανταρσία του θωρηκτού Ποτέμκιν τον επόμενο μήνα.
Το κλίμα που είχε δημιουργηθεί στη Ρωσία ήταν εκρηκτικό, με διαδηλώσεις, απεργίες, δολοφονίες πολιτικών κλπ. και στις 13 Οκτωβρίου του 1905 δημιουργείται το πρώτο σοβιέτ ή αλλιώς το συμβούλιο των εργατικών αντιπροσώπων. Ο εξτρεμισμός των σοσιαλιστικών κομμάτων είχε τρομάξει τους μετριοπαθείς και το κίνημα είχε διασπαστεί. Το τσαρικό καθεστώς καταφέρνει να σωθεί από την χρεοκοπία και την πτώχευση μ’ ένα τεράστιο δάνειο, κατόπιν εορτής, 2,5 δις φράγκων από τη Γαλλία τον Απρίλιο του 1906. Με οικονομικούς όρους, η επανάσταση του 1905 είχε πετύχει.
Όμως, παρά την επιτυχημένη «δοκιμή» η Μπολσεβίκικη επανάσταση του 1917 στη Ρωσία πέτυχε ελέω …Γερμανών. Η ανώτατη στρατιωτική διοίκηση της Γερμανίας, υπό τον στρατηγό Ludendorff, το υπουργείο εξωτερικών και οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες συμφώνησαν, τον Μάρτιο του 1917, να στείλουν στη Ρωσία τον Λένιν και άλλα 31 πρωτοκλασάτα στελέχη των Μπολσεβίκων μέσα σε «σφραγισμένο» βαγόνι καθώς η πτώση του τσάρου, ένα μήνα πριν με την επανάσταση Κερένσκι, δεν οδήγησε στην πολυπόθητη έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο. Το «πριβέ» τραίνο με τους επαγγελματίες επαναστάτες από την Ελβετία διέσχισε τη Γερμανία το βράδυ της 10ης με 11ης Απριλίου, και τον Οκτώβριο του ιδίου έτους ο στρατηγός έβλεπε τα θεαματικά αποτελέσματα, που οδήγησαν στη διάσκεψη ειρήνης στο Μπρέστ Λιτόφσκ, στις 22 Δεκεμβρίου 1917. Αλλά ο Λένιν και ο Τρότσκι κωλυσιεργούσαν και δεν υπέγραφαν. Κέρδιζαν χρόνο και μόνον στις 3 Μαρτίου του 1918, όταν μπήκαν οι υπογραφές, μπόρεσαν οι Γερμανοί να απαγκιστρώσουν τις δυνάμεις τους για το δυτικό μέτωπο, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά γιατί έχασαν τον πόλεμο. Μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας οι Αμερικανοί είχαν μεταφέρει στην Ευρώπη, περισσότερους από ένα εκατομμύριο στρατιώτες.
Ο αρχιστράτηγος των γερμανικών δυνάμεων και ιθύνων νους των κινήσεων του γερμανικού στρατού, από τον Αύγουστο του 1916 έως και το φθινόπωρο του 1918, Erich Ludendorff κατάλαβε πολύ γρήγορα το λάθος του και το 1919, ούτε ένα χρόνο μετά τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου, κυκλοφόρησε την «απολογία» του για τα πεπραγμένα στη διάρκεια των επιχειρήσεων και βεβαίως αναφέρθηκε και στην υπόθεση Λένιν, για την οποία έγραψε ότι στέλνοντας τον Λένιν στη Ρωσία, η Γερμανία είχε αναλάβει μία πολύ σοβαρή ευθύνη και ότι είχαν υποτιμήσει τον κίνδυνο εξάπλωσης της «πανούκλας» και δυτικά! Κατηγόρησε τον Joffe, τον πρέσβη των μπολσεβίκων στο Βερολίνο ότι είχε οργανώσει την εξέγερση του Νοεμβρίου του 1918, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Αλλά τόνισε ότι οι κύριοι υποκινητές της προπαγάνδας της δυσαρέσκειας στη Γερμανία ήταν οι Σύμμαχοι.
Εν κατακλείδι οι Γερμανοί «έφτιαξαν» τελικώς, δια του Λένιν, τον Στάλιν και ο Στάλιν τους το ανταπέδωσε «φτιάχνοντας» τον …Χίτλερ! Και όλοι μαζί αιματοκύλησαν, για μία ακόμη φορά, τους λαούς της Ευρώπης. Στους δύο «αναίτιους» παγκοσμίους πολέμους και τις ενδιάμεσες «επαναστάσεις» εξοντώθηκαν περισσότερα από 150 εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών. Αυτό το ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ των Χριστιανικών ευρωπαϊκών λαών διδάσκεται στα σχολεία;

Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΤΑΝ ΕΑΝ...



Η ιστορική έρευνα και η εξαγωγή συμπερασμάτων από τη διατύπωση σεναρίων

Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
booksonthesites.blogspot.com

Μία ενδιαφέρουσα προέκταση στην προσέγγιση των ιστορικών γεγονότων είναι η διατύπωση σεναρίων σχετικά με τις πιθανολογούμενες εξελίξεις, εάν στην ιστορική τους διαδρομή τα πράγματα είχαν γίνει αλλιώς. Αυτό θα μπορούσε να παραλληλισθεί με την επίλυση αρκετών προβλημάτων της Ευκλείδειας Γεωμετρίας, επίλυση που καθίσταται δυνατή μόνον με την προέκταση, για παράδειγμα, των πλευρών ή των διαμέσων των γεωμετρικών σχημάτων. Αλλά στην περίπτωση αυτή η υπόθεση αποδεικνύεται ή απορρίπτεται με μαθηματικό τρόπο. Στην ιστορική έρευνα είναι αδύνατον να τεκμηριωθεί μία υπόθεση με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποκτήσει την ισχύ μίας μαθηματικού τύπου επιβεβαίωσης, και συνεπώς αποκτά συνήθως χαρακτηριστικά ιστορικού μυθιστορήματος.

O Niall Ferguson ασχολήθηκε επισταμένως με αυτή την προσέγγιση της ιστορίας, που ονομάστηκε και εναλλακτική, υποθετική ή εικονική ιστορία ή ιστορία «αντιπαραδειγμάτων» ή ακόμη και ιστορία εικασιών. Γενικότερα πρόκειται για την πιθανολόγηση σχετικά με το τι δεν συνέβη, ή τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, για να καταλάβουμε ενδεχομένως τι συνέβη τελικά. Στο πολύκροτο έργο του για τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο (“The Pity of War”), ο Ferguson μας υπενθύμισε τη συλλογή κειμένων του συγγραφέα Sir John Collings Squire, μία έκδοση του 1931 με τίτλο “If it Had Happened Otherwise”, (Εάν τα πράγματα είχαν γίνει αλλιώς»). Μεταξύ των κειμένων που δημοσιεύτηκαν ήταν του Andre Maurois (φαντάστηκε τις πιθανές εξελίξεις στην Ευρώπη και στον κόσμο εάν δεν είχε γίνει η λεγόμενη «Γαλλική Επανάσταση»), του Emil Ludwig (διατύπωσε εικασίες για τις εξελίξεις στην περίπτωση που δεν είχε πεθάνει το 1888 ο Γερμανός Αυτοκράτορας Φρειδερίκος Γ΄, μετά από 99 ημέρες παραμονής στο θρόνο), του Harold Nicolson (σύμφωνα με την εναλλακτική θεώρησή του, ο Lord Byron δεν πέθανε στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης αλλά επέζησε ως ο πρώτος βασιλεύς της Ελλάδος μετά το 1830), αλλά και του Winston S. Churchill!

ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙ ΛΕΜΕ

Ο Churchill έγινε κατά πολύ πλουσιότερος γράφοντας, ως πρωταγωνιστής, την ιστορία των δύο παγκοσμίων πολέμων. Επομένως, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς φαντάστηκε τις εξελίξεις εάν κάτι θα είχε συμβεί αλλιώς. Υποθέτοντας, λοιπόν, ότι οι Νότιοι είχαν νικήσει στον αμερικανικό εμφύλιο, προέβλεψε τη δημιουργία το 1905 μίας τριπλής Αγγλόφωνης Ένωσης μεταξύ της Βρετανίας, της Συνομοσπονδίας των Νοτίων και της Συνομοσπονδίας των Βορείων. Επίσης, υπό το βάρος της πολιτικής αφοπλισμού που υποτίθεται ότι θα ακολουθούσε η «Αγγλόφωνη Ένωση», θα είχε δημιουργηθεί μία αντίστοιχη Γερμανική Ενοποίηση, ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος δεν θα είχε συμβεί κλπ.

Βεβαίως, οι «φαντασιώσεις» αυτές του Churchill προκαλούν θυμηδία και, γνωστού όντος ότι επρόκειτο για έναν ιδιοφυή πολιτικό, μάλλον εσκεμμένα έδωσε στο κείμενό του τέτοια χαρακτηριστικά. Ο Churchill έχτισε τις βάσεις της πολιτικής σταδιοδρομίας του στην πρώτη 20ετία του 20ου αιώνα, και συμμετείχε ενεργά στη διοίκηση του βρετανικού Imperium. Συνεπώς, γνώριζε πρόσωπα και πράγματα των οικονομικών μεγιστάνων του πλούτου και κυρίως των μεγάλων πολεμικών βιομηχανιών, που οδήγησαν στη στυγνή αποικιοκρατική εκμετάλλευση πολλών περιοχών του πλανήτη και στο Ολοκαύτωμα των ευρωπαϊκών λαών.

 Για παράδειγμα, μία προφανής εικασία – που άπτεται και ελληνικού ενδιαφέροντος γιατί οδήγησε τη χώρα στον Εθνικό Διχασμό - θα ήταν τι θα γινόταν αν ο ίδιος δεν είχε τη «φαεινή» – εγκληματική ιδέα για τη συμμαχική επιχείρηση στα Δαρδανέλια, που στοιχειώνει ακόμη τις χώρες της πάλαι ποτέ κραταιάς Βρετανικής κοινοπολιτείας. Την ιστορία των «αντιπαραδειγμάτων», με την οποία ο Τσώρτσιλ «έσπαγε πλάκα» το 1931, ο Ελευθέριος Βενιζέλος τη χρησιμοποιούσε το 1934 για να δικαιολογήσει τα …αδικαιολόγητα! Διαβάστε τι θα είχε συμβεί – κατά Βενιζέλο - αν η Ελλάδα συμμετείχε το 1915 στην ολέθρια για τους «συμμάχους» εκστρατεία στα Δαρδανέλια:

«… Άνευ της εκθέσμου ενεργείας του κ. Μεταξά εξελθόντος των στρατιωτικών καθηκόντων του δια να μεταβάλη την υπό της υπευθύνου κυβερνήσεως έγκρίσει του βασιλέως αποφασισθείσαν πολιτικήν, η επιστράτευσις θα εκηρύσσετο την ιδίαν εσπέραν, εις διάστημα ολιγώτερον της εβδομάδος θα κατελαμβάνετο η χερσόνησος της Καλλιπόλεως, ο βασιλεύς θα εισήρχετο εις την Κωνσταντινούπολιν επί κεφαλής του ελληνικού στρατού και αγγλογαλλικών αγημάτων, τα Δαρδανέλλια και ο Βόσπορος θα ηνοίγοντο, η Ρωσία η οποία τότε ευρίσκετο εις Πρεμύσλ θα ανεφωδιάζετο με πολεμικόν υλικόν του οποίου εστερείτο, η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα εισήρχοντο πιθανώνατα έκτοτε εις τον πόλεμον παρά το πλευρό των συμμάχων και μετά την οριστικήν αποτυχίαν της επιθέσεως κατά του Βερδέν το θέρος του 1916 η Γερμανία μη έχουσα να επιδεικνύει εις τον λαόν της τον χάρτην του πολέμου, ο οποίος εσημείωνε νίκην της εις το ανατολικόν μέτωπον και τα επ’ αυτής κατεχόμενα ξένα εδάφη, θα ηναγκάζετο τότε να ζητήση ειρήνην παραιτουμένη της Αλσατίας και της Λωρραίνης. Ο πόλεμος ούτω θα εβραχύνετο κατά το ήμισυ, οι νεκροί του πολέμου και οι ανάπηροι θα ήσαν οι ημίσεις, η καταστροφή συγκεντρωμένου πλούτου, την οποίαν έφερε ο πόλεμος, θα ήτο κατά τα 2/3 ή τουλάχιστον κατά τα 3/5 μικροτέρα, διότι γνωστόν είναι με ποίαν πρόοδον ηύξανον από μηνός εις μήνα αι δαπάναι του πολέμου. Επομένως, η ανθρωπότης ολόκληρος δεν θα υφίστατο τόσον ισχυρόν τον εκ του πολέμου κλονισμόν και τα μεταπολεμικά προβλήματα που αντιμετωπίζομεν θα ήσαν πολύ μικρότερα και η λύσις των πολύ ευκολωτέρα.
Αυτή είναι η συμφορά της ανθρωπότητος δια την οποίαν τόσον βαρείαν υπέχει ευθύνην ο κ. Μεταξάς. Έκαστος ημπορεί να κρίνη πόσον βαρεία είναι η ευθύνη του κ. Μεταξά απέναντι της Ελλάδος και του βασιλέως Κωνσταντίνου. Άνευ της εκθέσμου δράσεώς του, κατά την μοιραίαν εκείνην ημέραν του Φεβρουαρίου του 1915, ο εθνικός διχασμός θα επρολαμβάνετο και ο Κωνσταντίνος θα ήτο ένας εκ των κυριωτάτων παραγόντων της νίκης των συμμάχων και αντί να αποθάνη εξόριστος εις τα ξένα θα εβασίλευεν ευτυχής επί ηνωμένου του έθνους, ενώ η Ελλάς θα επραγματοποίει με μικράς σχετικώς θυσίας όλα τα εθνικά της όνειρα» (sic!!). 

ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΙΜΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ;

 

Σύμφωνα με το εισαγωγικό κείμενο της ανθολογίας του Squire «δεν υπάρχει ενέργεια ή γεγονός, μικρής ή μεγάλης σημασίας, που δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί διαφορετικά, και συμβαίνοντας αλλιώς να μην είχε ίσως τροποποιήσει την παγκόσμια ιστορία». Αλλά στην προηγούμενη περίπτωση καταφανώς δεν ισχύει επακριβώς ο ορισμός για την εναλλακτική ιστορία. Δηλαδή, η ανάλυση του τι δεν συνέβη, δεν οδηγεί και στην κατανόηση του τι συνέβη τελικά. Ακόμη και το 1934, μία εικοσαετία μετά, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς έγινε στα Δαρδανέλια!

Αντιθέτως, μπορούμε να εικάσουμε, χωρίς αυτό να αγγίζει τη μυθιστορηματική πτυχή, τι θα μπορούσε να είχε συμβεί εάν η Ελλάδα έστελνε τελικά ένα Σώμα Στρατού στα Δαρδανέλια. Μόνον που την υπόθεση αυτή την απέδειξε, με στρατιωτικού τύπου επαλήθευση, ο Ιωάννης Μεταξάς, σε πραγματικό χρόνο, πριν ξεκινήσουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Καλλίπολη. Να τι ανέφερε, μεταξύ άλλων, στο υπόμνημά του της 17ης Φεβρουαρίου 1915 προς τον Βενιζέλο (διαβάστε το όλο, ιδιαιτέρως όσοι έλκετε την καταγωγή σας από τη Μακεδονία):

«Ως πολλάκις και προφορικώς και εγγράφως εξέθεσα υμίν, η αριθμητική υπεροχή του βουλγαρικού στρατού επί του ελληνικού είναι τοιαύτη ώστε εν περιπτώσει πολέμου επιβάλλεται η συγκέντρωσις ολοκλήρου του ελληνικού στρατού εν τη Ανατολική Μακεδονία. Διότι, προκειμένου να συνάψη τις αγώνα μετά ετέρου κράτους δέον να συνάψη τούτον μεθ’ όλων του των δυνάμεων, και να συγκεντρώση ταύτας εις το κύριον θέατρον του πολέμου εκεί όπου θα συναντήση τας κυρίας εχθρικάς δυνάμεις και ν’ αγωνισθή κατ’ αυτών αποφασιστικώς. Η αρχή αύτη, επικυρωθείσα υπό της ιστορίας δια μέσου των αιώνων, ορθή και αν ακόμη δεν επρόκειτο να παλαίσωμεν καθ’ ολοκλήρου του βουλγαρικού στρατού, είναι επιβεβλημένη ήδη, ότε ως προεξέθεσα θα έχωμεν εν περιπτώσει πολέμου ολόκληρον τον βουλγαρικόν στρατόν εναντίον μας. Συνεπώς η απόσπασις εκ του στρατού μας τούτου του ενός πέμπτου, και δή ενός των καλλιτέρων τμημάτων του, εξασθενεί αυτόν επικινδύνως. Ήδη προκειμένου να παλαίσωμεν μετά ολοκλήρου του ελληνικού στρατού κατά ολοκλήρου του βουλγαρικού, εν αναλογία 135 ταγμάτων ημετέρων κατά 240 εχθρικών, είμεθα υποχρεωμένοι να στηριχθώμεν επί ταχυτέρας συγκεντρώσεως επί διαχωρισμού των εχθρικών δυνάμεων ένεκα της ορεινής φύσεως του θεάτρου των επιχειρήσεων, και επί ταχέων ελιγμών εκ μέρους ημών και συνεπώς θα επιδιώξωμεν, στρατηγικώς την απόκρουσιν της επιθέσεως. Αλλά διά να παλαίσωμεν εν αναλογία 108 ταγμάτων κατά 240 εχθρικών δεν βλέπω δια τίνος τρόπου θα επετυγχάνομεν το αυτό αποτέλεσμα. Εις το μειονέκτημα τούτο προστίθεται ότι το σώμα όπερ θα λείψη είναι κατ’ ανάγκην ουχί το Ε΄ σώμα στρατού, και συνεπώς είναι έν εξ εκείνων άτινα το ταχύτερον θα μετεφέροντο εις Μακεδονίαν. Εκ τούτων προκύπτει ότι και το σχέδιον της συγκεντρώσεως στηριζόμενον επί παρουσίας εν Μακεδονία πέντε σωμάτων στρατού θα μεταβληθή και συνεπώς και το σχέδιον της εκστρατείας. Νομίζω δε ότι εκ των προτέρων άμα τη αρχή της εκστρατείας θα καθίστατο αναγκαία η εκκένωσις του ανατολικού τμήματος της Μακεδονίας. Ταύτα πάντα θα διηυκόλυνον τας εχθρικάς επιχειρήσεις, πάντως δε θα κατελήγομεν εις μάχην με δυνάμεις υποδιπλασίας των εχθρικών. Εκτός εάν προς αποφυγήν τοιαύτης μάχης, ής προφανές το αποτέλεσμα, υπεχωρούμεν κατ’ αρχάς όπισθεν του Αξιού είτα δε ίσως και περαιτέρω.
Υπό τοιούτους όρους έρχεται το ζήτημα της συνδρομής του εις Δαρδανέλλια αποσταλέντος σώματος στρατού, διά τας κατά της Βουλγαρίας επιχειρήσεις. Οι ευνοϊκώτεροι δι’ ημάς όροι υφ’ ούς δύναται τούτο να συμβή είναι εάν εκβιασθώσι τα Δαρδανέλλια και αλωθή η Κωνσταντινούπολις. Τότε θα εστρέφετο το σώμα τούτο ίσως ενισχυόμενον και υπό Αγγλογαλλικών δυνάμεων προς την Αδριανούπολιν ή προς την Γκιουμουλτζίναν όπως εκείθεν δράση κατά της Βουλγαρίας. Ασχέτως προς τον χρόνον, όστις θα εχρειάζετο δια την νέαν ταύτην επιχείρησιν, φρονώ αδιστάκτως ότι δεν θα επέσυρεν εφ’ εαυτό εχθρικάς δυνάμεις πρώτης γραμμής. Η Βουλγαρία θα ηρκείτο να το συγκρατήση εφ’ όσον το δυνατον περισσότερον χρόνον δια τμημάτων εθνοφρουρών ωχυρωμένων και αγωνιζομένων εν τω ιδίω εδάφει, επιβραδύνουσα την προέλασιν αυτού, μέχρις ού δι’ ολοκλήρου αυτής του στρατού της πρώτης γραμμής (240 ταγμάτων) καταφέρη το κύριον και αποφασιστικόν κτύπημα κατά του εν Μακεδονία ελληνικού στρατού, τότε θα ηδύνατο να στρέψη και κατά του μεμονωμένου σώματος τας αναγκαίας δυνάμεις, και να το καταστρέψη. Αι εν τω μεταξύ, ενδεχομένως, δυνάμεναι να έλθωσιν προς βοήθειαν ημών Αγγλογαλλικαί δυνάμεις θα έφθαναν αργά, μετά την έκβασιν των αποφασιστικών μαχών. Αλλά πλην τούτου δέον να έχωμεν υπ’ όψιν μας και το ότι εν τοιαύτη περιπτώσει ο τουρκικός στρατός θα είναι συμμαχικός στρατός της Βουλγαρίας, και επομένως το τουρκικόν σώμα της Αδριανουπόλεως μεθ’ ετέρων ίσως τουρκικών δυνάμεων, θα ηδύνατο αυτό να καλύψη την Βουλγαρίαν ανεφοδιαζόμενον εξ αυτών και ν’ αντιταχθή τελεσφόρως κατά της προελάσεως του ημετέρου εν Θράκη σώματος.
Και τούτο κατά την ευνοϊκωτέραν περίπτωσιν. Αλλ’ υπάρχουσι και έτεραι περιπτώσεις. Εάν η Βουλγαρία εκήρυσσε γενικήν επιστράτευσιν καθ’ ην στιγμήν εγίνετο ημετέρα απόβασις, και το ημέτερον αποβατικόν σώμα ευρίσκετο εν αγώνι; Η εκ νέου τότε αποβίβασις θα καθίστατο αδύνατος και θα ισοδυνάμει προς καταστροφήν ημών τε και των Αγγλογάλλων. Άλλωστε πόσον χρόνον υπό τοιούτους όρους θα διήρκει η επιβίβασις, η μεταφορά και αποβίβασις εις Μακεδονίαν; Τουλάχιστον δέκα πέντε ημέρας εάν ολόκληρος ο μεταγωγικός στόλος του σώματος στρατού έμενεν εις την διάθεσίν του. Αλλ’ ο μεταγωγικός ούτος στόλος αποτελείται εξ 70 περίπου πλοίων και τότε τι θα έμενε δια την επιστράτευσιν και μεταφοράν του λοιπού στρατού; Εάν δε δεν ενηργείτο επιβίβασις συνολική του σώματος τούτου, αλλά μεταφορά μόνον, συνεπώς διαδοχική τμηματικώς, τότε εις ποίαν θέσιν θα ευρεθή το σώμα τούτο εάν εν τω μεταξύ οι Τούρκοι επωφελούμενοι της βαθμιαίας εξασθενήσεως του αναλάβωσι επίθεσιν;
Πλείσται δε άλλαι δυσχερέστεραι περιπτώσεις δύνανται να παρουσιασθώσι, και τας οποίας είναι περιττόν να απαριθμήσω και εκθέσω. Ουδείς εγγυάται ότι η απόβασις είναι δυνατή εις την Χερσόνησον της Καλλιπόλεως, ίσως δε επιβάλωσιν ταύτην αι περιστάσεις εις την Ασιατικήν ακτήν. Τότε το σώμα τούτο στρατού μετά των συμμαχικών δυνάμεων θα εισχωρήσωσιν εις το Ασιατικόν έδαφος. Εν τοιαύτη περιπτώσει, ουδείς δύναται να γίνη λόγος περί εγκαίρου επανόδου αυτού εις Μακεδονίαν.
Αλλά και αν υποθέσωμεν ούτως ή άλλως ότι ο σώμα τούτο κατορθώνη να επανέλθη εις Μακεδονίαν, θα έλθη πάντως πολύ αργά. Υπολογίζω ότι εάν ο Ελληνικός στρατός δεν υποχωρήση όπισθεν του Αξιού, αι αποφασιστικαί μάχαι θα δοθώσι περίπου μεταξύ 20 και 25 ημερών από της  κηρύξεως γενικής επιστρατεύσεως εν Βουλγαρία. Εάν ήδη υπολογίσωμεν τον απαιτούμενον χρόνον όπως το σώμα τούτο αποσπώμενον από του εχθρού επανέλθη εις την ακτήν, την επιβίβασιν αυτού, την μεταφοράν, την αποβίβασιν και την πορείαν προς το πεδίον του αγώνος, βλέπομεν ότι υπό τους ευνοϊκωτέρους όρους, η εμφάνισις αυτού εις το πεδίον του αγώνος, δεν δύναται να επέλθη παρά μετά τας αποφασιστικάς μάχας.
Ήδη μένει προς εξέτασιν η πιθανότης της επιτυχίας της κατά των Δαρδανελλίων επιχειρήσεως. Εξέθεσα ήδη διατί το ζήτημα τούτο είναι σπουδαίον και ζωτικόν δι’ ημάς. Η αποτυχία και ακόμη περιωρίζετο όχι εις την απόκρουσιν της αποβάσεως, αλλά εις παρεμπόδισιν της εισελάσεως εις το εσωτερικόν και συνεπώς εις χρόνισιν του αγώνος φρονώ ότι θα ήρκει όπως πεισθή η Βουλγαρία προς επέμβασιν.
Περί της σημερινής οχυρώσεως των ακτών της Χερσονήσου της Καλλιπόλεως και της Ασιατικής Ανατολικής ακτής των Δαρδανελλίων προς απόκρουσιν αποβάσεως δεν έχομεν από τινός σαφείς πληροφορίας. Ήδη από του παρελθόντος θέρους ήρχισεν αμυντική εργασία εκ μέρους των Τούρκων, ήτις δυνάμεθα να παραδεχθώμεν ότι εσυνεχίσθη από της εισόδου της Τουρκίας εις τον πόλεμον. Ώστε δυνάμεθα να είμεθα βέβαιοι ότι η επιτυχία της αποβάσεως και μόνον από αυτής της απόψεως έσεται αμβίβολος. Αλλά πλήν τούτου υπάρχουσιν ήδη και μεγάλαι δυνάμεις Τουρκικού στρατού διαθέσιμοι προς αντιμετώπισιν τοιαύτης αποβατικής επιχειρήσεως.
Υπάρχουσι διαθέσιμα:
Το 1ον Σώμα στρατού (Κωνσταντινουπόλις).
Το 2ον Σώμα στρατού (Αδριανούπολις)
Το 3ον Σώμα στρατού (Χερσόνησος Καλλιπόλεως).
Το 4ον Σώμα στρατού (Εκ δύο μεραρχιών εις Σμύρνην Πάνορμον και Μπαλουκεσέρ).
Το 5ον Σώμα στρατού (Τουλάχιστον μία μεραρχία Κων/πόλεως).
Το 6ον Σώμα στρατού (Τσατάλζαν).
Εν όλω 15 Μεραρχίαι. Εάν εκ τούτου διατεθώσι κατά του αποβατικού στρατού 8 Μεραρχίαι, ήτοι περί τας 80-85 χιλιάδες πεζικού μετά αναλόγων λοιπών όπλων και προφανές ότι έν σώμα Ελληνικού στρατού ήτοι 27 χιλιάδες πεζικού, μετά τριών Ευρωπαϊκών μεραρχιών ήτοι 36 χιλιάδας πεζικού, εν όλω 63 χιλιάδες πεζικού, είναι εντελώς ανεπαρκής δύναμις.
Πλήν τούτου και μετά την εκβίασιν των Δαρδανελλίων δεν τελειώνει η εκστρατεία. Η εμφάνισις του στόλου προ της Κωνσταντινουπόλεως δεν θα άρη την αντίστασιν του Τουρκικού στρατού. Αι εν Θράκη δυνάμεις αυτού περί τας 12 τουλάχιστον Μεραρχίαι, στηριζόμεναι επί της Βουλγαρίας θα δυνηθώσι να παρατείνωσι την αντίστασιν επί μακρόν, και πιθανώτατα θα κατανικήσωσι τας ανεπαρκείς ημών δυνάμεις.
Καθίσταται όθεν απαραίτητον όπως ευθύς εξ αρχής της εκστρατείας διατεθώσιν αι απαιτούμεναι δυνάμεις εκ μέρους των Συμμάχων αίτινες θα εξασφαλίσωσι την επιτυχίαν αυτής. Συγχρόνως να μελετηθή από κοινού και λεπτομερώς η όλη επιχείρησις, ήτις να εκτελεσθή τότε μόνον όταν η επιτυχία θεωρηθή εξησφαλισμένη.
Προσθέτω ότι εκ των μέχρι τούδε μέτρων των Συμμάχων κατά των Δαρδανελλίων, φαίνεται ότι ουδόλως εμελετήθη η επιχείρησις αύτη, και ότι πολύ υπετιμήθη ο εχθρός.
Εάν παρά τας γνώμας μου ταύτας θεωρηθή επιβεβλημένον όπως συμμετάσχωμεν, νομίζω ότι δύο μέτρα θα ηλάττουν κατά τι τους κινδύνους ους μέλλει να διατρέξη η Ελλάς.
1ον) Η συμμετοχή της Ρωσσίας εάν η Βουλγαρία και μόνον επιστρατευθή δι’ αποστολής ρωσσικού στρατού εις Βάρναν και Πύργον.
2ον Η εκ μέρους των Άγγλων και Γάλλων διάθεσις των απαιτούμενων δυνάμεων κατόπιν συνεννοήσεως μετά της Ελλάδος και από κοινού μελέτη της όλης επιχειρήσεως, προ πάσης αναλήψεως αυτής».
Τώρα θα μου πείτε: Ο Βενιζέλος έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις προειδοποιήσεις των κορυφαίων στρατηγών των «συμμάχων» (Wilson, Foss), θα ελάμβανε υπ’ όψιν του τις επισημάνσεις του Μεταξά; Άλλωστε, από το 1912-1916, ο Βενιζέλος αγωνίστηκε με νύχια και με δόντια να δοθεί η δυτική Θράκη και η Ανατολική Μακεδονία στη Βουλγαρία για να «φανή περισσότερον συνδιαλλακτική ως προς την Κεντρικήν και Δυτικήν Μακεδονίαν, ίνα καταστή δυνατή η ειρηνική διανομή ταύτης μεταξύ της Ελλάδος και της Σερβίας». (!) Με λίγα λόγια, συμφωνούσε να δοθεί στη Βουλγαρία η δυτική Θράκη και η ανατολική Μακεδονία, ίσως και συναινέσει να μοιραστούμε με τη Σερβία την κεντρική και δυτική Μακεδονία!
ΑΝΑΤΡΙΧΙΛΑ
Όμως, να κλείσουμε αυτό το άρθρο με ένα «τι θα γινόταν εάν…» του Ferguson, το οποίο βεβαίως το αναλύει διεξοδικά στο βιβλίο του και του οποίου οι συσχετισμοί, με τη σημερινή γεωστρατηγική συγκυρία στην Ευρώπη και στον κόσμο, προκαλούν ανατριχίλα:
«Αν η Μεγάλη Βρετανία είχε μείνει στην άκρη (από τον Α΄Π.Π.) – ακόμη και για λίγες εβδομάδες – η ηπειρωτική Ευρώπη θα μπορούσε να είχε μετατραπεί σε κάτι όχι εντελώς διαφορετικό με την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως την ξέρουμε σήμερα – χωρίς όμως την τεράστια συστολή της βρετανικής υπερπόντιας δύναμης, η οποία ήταν απόρροια των δύο παγκοσμίων πολέμων. Ίσως επίσης η ολοκληρωτική κατάρρευση της Ρωσίας και οι φρικαλεότητες του Εμφυλίου Πολέμου και του Μπολσεβικισμού να είχαν αποτραπεί… Και είναι ξεκάθαρο ότι δε θα είχε πραγματοποιηθεί η αιφνίδια εισβολή της αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης στις ευρωπαϊκές υποθέσεις, που σημάδεψε το τέλος της βρετανικής οικονομικής υπερίσχυσης στον κόσμο… Με τον Κάιζερ να θριαμβεύει, ο Αδόλφος Χίτλερ θα τα είχε βγάλει μετά βίας πέρα στη ζωή, ως μέτριος ζωγράφος και απόστρατος παλιός στρατιώτης, σε μία γερμανοκρατούμενη κεντρική Ευρώπη… Και ο Λένιν θα είχε μπορέσει να συνεχίσει να είναι ένας αψίθυμος γραφιάς στη Ζυρίχη, περιμένοντας για πάντα την κατάρρευση του καπιταλισμού – και παραμένοντας για πάντα απογοητευμένος… Θα ήταν απείρως προτιμότερο, αν η Γερμανία είχε επιτύχει να εδραιώσει την ηγεμονική της θέση στην Ευρώπη χωρίς τους δύο παγκοσμίους πολέμους… Πολεμώντας τη Γερμανία το 1914, ο Άσκουιθ, ο Γκρέι και οι συνεργάτες τους βοήθησαν να εξασφαλιστεί ότι, όταν η Γερμανία θα επικρατούσε τελικά στην Ευρώπη, η Μεγάλη Βρετανία δε θα ήταν πλέον αρκετά δυνατή για να παρεμποδίσει κάτι τέτοιο». (!!)