Εκφώνηση του πανηγυρικού την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου στην επίσημη δοξολογία στον ιερό μητροπολιτικό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Κιλκίς, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας που διοργάνωσε η Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς.
Όταν ο φροντιστής Νικόλαος Ποριώτης επισκέφθηκε στα
τέλη Νοεμβρίου 1922 το αμερικανικό αντιτορπιλικό Λίτσφιλντ με εντολή του
αντιπλοίαρχου Μελετόπουλου να πάρει σειρά φωτογραφιών της πυρκαγιάς και των
ωμοτήτων στην προκυμαία της Σμύρνης, οι αξιωματικοί του δήλωσαν ορθά κοφτά ότι
προ πολλού είχαν πάρει αυστηρή διαταγή από τον ναύαρχο του αμερικανικού στόλου
να μην δοθεί πουθενά καμία φωτογραφία που είχε ληφθεί από τα αμερικανικά πλοία
και να καταστραφούν τα υπάρχοντα αντίτυπα.
Μπορεί αυτή η γενικευμένη συνωμοσία της σιωπής που
επέβαλαν τότε οι «σύμμαχοι» να εξέπληξε τον Ποριώτη και τον Μελετόπουλο αλλά
εμείς σήμερα γνωρίζουμε, ή θα έπρεπε να γνωρίζουμε, πολλά περισσότερα γιατί
έγιναν όλα αυτά. Ένας από τους λόγους που θα έπρεπε να γνωρίζουμε σήμερα είναι
και η αποδέσμευση το 2005 των άκρως άκρως απόρρητων συνδυασμένων εγγράφων του
Φόρεϊν Όφις και της Ιντέλιτζενς Σέρβις, από τα οποία προέκυψαν συγκλονιστικά
τεκμήρια για τον τρόπο με τον οποίοι Γάλλοι και Άγγλοι δημιούργησαν τον Εθνικό
Διχασμό και τις ουτοπικές προσδοκίες για παραχώρηση εδαφών στη Μικρά Ασία με
αντάλλαγμα την παραχώρηση της ανατολικής Μακεδονίας στους Βουλγάρους.
Οι σύμμαχοι γνώριζαν από την πρώτη στιγμή και σε πραγματικό χρόνο όλες τις θηριωδίες των Κεμαλικών από την ημέρα αποβίβασης της ελληνικής μεραρχίας στη Σμύρνη και μετά. Γνώριζαν ότι εξελίσσονταν μία από τις μεγαλύτερες γενοκτονίες των χριστιανικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία και σιώπησαν, και έγιναν συνένοχοι. Και τι ειρωνεία. Στη συνθήκη του Μούδρου, το καλοκαίρι του 1918, προβλεπόταν ρητά η προστασία των χριστιανικών πληθυσμών από τις συμμαχικές δυνάμεις σε οποιοδήποτε τμήμα της τουρκικής επικράτειας.
Το 1992 ο Γιάννης Καψής αποκάλυψε ότι στα αρχεία του
κράτους υπήρχαν εκθέσεις των γαλλικών και αγγλικών μυστικών υπηρεσιών που
περιγράφουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τις ωμότητες των κεμαλικών. Και
μάλιστα πιθανολογούσε ότι οι εκθέσεις αυτές είχαν φθάσει στα χέρια των
ελληνικών αρχών όχι από την επίσημη οδό αλλά από διαρροές των άγγλων και γάλλων
πρακτόρων.
Καθόλου απίθανο, αν θυμηθούμε το βιβλίο του
διευθυντικού στελέχους της Ιντέλιτζενς Σέρβις Μπάζιλ Τόμσον για τη δράση των
αγγλικών και γαλλικών μυστικών υπηρεσιών στην Αθήνα που έστησαν τον Εθνικό
Διχασμό για να βγει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, αλλά στην ουσία
προετοίμαζαν την καταστροφή του μικρασιατικού Ελληνισμού.
Αμέσως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1917, οι
Μπολσεβίκοι έδωσαν στην δημοσιότητα τη μυστική συμφωνία Σάικς-Πικό του 1916
μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Τσαρικής Ρωσίας, με την οποία οι σύμμαχοι της
Αντάντ μοίραζαν μεταξύ τους τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Ανατολή
δύο χρόνια πριν λήξει ο α΄ παγκόσμιος πόλεμος. Για την Ελλάδα δεν είχε
προβλεφθεί ούτε ένα εκατοστό από τη μικρασιατική γη!
Όμως οι Μπολσεβίκοι, εκτός από την συμφωνία Σάικς-Πικό
που έδωσαν στη δημοσιότητα, έδωσαν στον Κεμάλ και τεράστια στρατιωτική και
οικονομική βοήθεια γεγονός που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην τραγική κατάληξη της
μικρασιατικής εκστρατείας. Ο ανώτατος διοικητής των «Κόκκινων» στον ρωσικό
εμφύλιο πόλεμο σύντροφος Μιχαήλ Βασίλιεβιτς Φρούνζε συμμετείχε στο πολεμικό
συμβούλιο του Κεμάλ στην Άγκυρα, όπου είχαν εγκατασταθεί μόνιμα και 25
αξιωματικοί των Μπολσεβίκων. Ο κατάλογος της δωρεάν στρατιωτικής βοήθειας είναι
ενδεικτικός: εκατομμύρια χρυσά ρούβλια και σφαίρες, δεκάδες χιλιάδες οβίδες και
όπλα, πυροβόλα, πλοία και αεροπλάνα, δεκάδες βαγόνια με πετρέλαιο από το
Μπακού.
Η καλοστημένη παγίδα
που οδήγησε στην καταστροφή του μικρασιατικού ελληνισμού ολοκληρώθηκε σε μεγάλο
βαθμό από τις διαβουλεύσεις και τις αποφάσεις στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης στο
Παρίσι, αμέσως μετά τη λήξη του αδικαιολόγητου και καταστροφικού Μεγάλου
Πολέμου 1914-1918. Την εποχή εκείνη, στις λαϊκές γκραβούρες ο Ελευθέριος
Βενιζέλος φάνταζε ισοϋψής με τα «θηρία» της εποχής: Με τον Γούντροου Γουίλσον,
τον Λόιντ Τζόρτζ, τον Κλεμανσό, τον στρατάρχη Φέρντιναντ Φος. Οι στρατηγοί όμως των «συμμάχων» αποδείχθηκαν
περισσότερο έντιμοι από τους πολιτικούς πάτρωνές τους.
Είναι άκρως
υποτιμητικός ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται στον Έλληνα πρωθυπουργό, ο
επικεφαλής του βρετανικού αυτοκρατορικού στρατού Σερ Χένρι Γουίλσον σε μία
σημείωση στο ημερολόγιό του με ημερομηνία 28 Οκτωβρίου 1919: «Του είπα ευθέως
ότι είχε καταστρέψει τη χώρα του και τον εαυτό του πηγαίνοντας στη Σμύρνη, και
ο κακομοίρης συμφώνησε, αλλά είπε ότι αυτό έγινε επειδή το Παρίσι δεν είχε
αποτελειώσει τους Τούρκους και έκανε ειρήνη μαζί τους… Αναγνωρίζει ότι
βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση και τώρα προσπαθεί να μας «πουλήσει» τις 12
μεραρχίες του. Με ικέτευσε να πω στον Λόυντ Τζώρτζ ότι και αυτός και η Ελλάδα
τελείωσαν. Είπα ότι θα το κάνω. Ο παλιόφιλος τετέλεσται». Προσέξτε, ήταν
Οκτώβριος του 1919! Τρία χρόνια πριν τον καταραμένο Αύγουστο και Σεπτέμβριο του
1922.
Ο κατ’ εξοχήν τεχνοκράτης, και ειδικός των διεθνών διακυβερνητικών διασκέψεων της τελευταίας δεκαετίας του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, Καναδός καθηγητής του διεθνούς δικαίου James Brown Scott (1866-1943) είχε χαρακτηρίσει τη Συνδιάσκεψη Ειρήνης του 1919 «συνέδριο των αδαών». Ήταν ένας εύσχημος τρόπος για να μας πει ότι στις διασκέψεις ειρήνης ενδεχομένως να προετοιμάζονται οι επόμενοι καταστροφικοί πόλεμοι.
Για το τι πραγματικά συνέβη στη Συνδιάσκεψη Ειρήνευσης
των Παρισίων μίλησαν και έγραψαν σε πραγματικό χρόνο, ήδη από το 1921, οι
κύριοι διαπραγματευτές της αμερικανικής αντιπροσωπείας, ο Edward Mandell House και ο
καθηγητής του πανεπιστημίου Yale, Charles Seymour.
Τα συμπεράσματα και οι επισημάνσεις τους ουδέποτε πέρασαν στην ελληνική
βιβλιογραφία και αρθρογραφία διότι αποδομούσαν το «συστημικό» ιστορικό αφήγημα
για τη μικρασιατική εκστρατεία και τη μικρασιατική καταστροφή. Οι κορυφαίοι
Αμερικανοί διπλωμάτες από το 1920 κιόλας είχαν χαρακτηρίσει τη χάρτινη συνθήκη
των Σεβρών «συνώνυμο του αναχρονισμού», υπό την έννοια ότι η συνθήκη εκείνη
ήταν παντελώς ανεφάρμοστη.
Σ’ εκείνη τη χρονική συγκυρία το μεγαλύτερο εμπόδιο
ήταν το διάγγελμα των «14 Σημείων» του Αμερικανού προέδρου, με το οποίο το
ολιγαρχικό διεθνές τραπεζικό καρτέλ εξέφραζε (δια γραφίδος House) την κατηγορηματική του αντίθεση στο διαμελισμό της
τουρκικής επικράτειας που είχε απομείνει.
Οι αντιδράσεις των «συμμάχων» εκδηλώθηκαν αρχικά στις
συνεδριάσεις της Επιτροπής επί των Ελληνικών Υποθέσεων, τα μέλη της οποίας ήταν
εμπειρογνώμονες που εξέφρασαν την πολιτική των κυβερνήσεών τους. Ήταν οι
λεγόμενοι «αδαείς» του καθηγητή Τζέιμς Μπράουν Σκοτ. Πίσω από τη σκόπιμη ασάφεια
της αμερικανικής πρότασης για το τι μέλλει γενέσθαι στη Μικρά Ασία μπορούσε να
δει κάποιος καθαρά μία προσπάθεια να εφαρμοσθεί, έστω και τυπικά, η διακήρυξη
του Αμερικανού προέδρου για αυτοδιάθεση των λαών, με τη δημιουργία καθεστώτος
κηδεμονίας και προστασίας για το μικρασιατικό Ελληνισμό και όχι βέβαια
ενσωμάτωση εδαφών στο ελληνικό κράτος.
Η οριστική διατύπωση της αμερικανικής πρότασης περιλαμβάνεται στο πόρισμα της Επιτροπής επί των Ελληνικών Υποθέσεων, όπου δηλώνεται κατηγορηματικά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αντιτίθενται στην απόσπαση των περιοχών αυτών από την Τουρκία και προβάλλουν την ιδέα της κηδεμονίας του νέου τουρκικού κράτους από κάποια Δύναμη.
Κυρίες και κύριοι
Τα τουρκικά ομαδικά φρικιαστικά εγκλήματα εναντίον του
Ελληνισμού της Ιωνίας και του Πόντου, εναντίον του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας,
είναι ένα διαρκές έγκλημα, διαχρονικό έγκλημα, που δεν χωρά σε μία μόνον ημέρα
Μνήμης και ξεκίνησε πολύ πριν την κατάρρευση της Στρατιάς της Μικράς Ασίας. Οι
σφαγές των ελληνικών πληθυσμών είχαν ξεκινήσει αμέσως μετά την αποβίβαση στη
Σμύρνη της πρώτης ελληνικής μεραρχίας, και τα γεγονότα που ακολούθησαν, στις 2
Μαΐου 1919. Τον Ιούνιο του 1919 οι Τούρκοι κατέσφαξαν τους Έλληνες στο Αϊδίνι,
όπου είχαν συγκεντρωθεί μετά από παρόμοιες σφαγές και οι διασωθέντες του Νασλή,
του Ακτσέ, του Σουλτάν Χισάρ, από το Κιόσκι, το Ομερλού και άλλες περιοχές που
γειτνίαζαν ή βρίσκονταν στην ιταλοκρατούμενη ζώνη.
Ο διοικητής των εθνικιστικών δυνάμεων στην Σαμψούντα
Λαζέ Μεχμέτ λεηλατούσε επί τρεις μήνες τα ελληνικά χωριά μαζί με τις κεμαλικές συμμορίες
της περιοχής. Όταν πέθανε άφησε μία τεράστια περιουσία από χρυσές και χάρτινες
τουρκικές λίρες. Από την Χάφζα ως την Σαμψούντα καταστράφηκαν εκατοντάδες χωριά
και όσοι γλύτωσαν τη σφαγή απελάθηκαν και άφησαν μαρτυρικά την τελευταία τους
πνοή στους ατελείωτους δρόμους της εξορίας.
Γενοκτονικές απελάσεις σημειώθηκαν στο Μπιλετζίκ, στο Γκιούλ Παζάρ, στο Σεϊγκουντ, στο Εσκή Σεχίρ, στην Κιουτάχεια, στο Σεϊντί-Γαζί, στο δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας, στα ανατολικά, στα νότια της Κόνιας, στην περιοχή της Κασταμονής.
Όλα αυτά τα τραγικά γεγονότα ανάγκαζαν την εκάστοτε
διοίκηση της Στρατιάς της Μικράς Ασίας να διευρύνει το μέτωπο προς τα ανατολικά
διότι έπρεπε να εξουδετερωθεί οριστικά η απειλή του κεμαλικού στρατού που
διέθετε, εκτός από τις τακτικές μονάδες, και συμμορίες με φυγόδικους και
δραπέτες των φυλακών και κάθε είδους κοινωνικά αποβράσματα που επιδίδονταν σε
σφαγές, βιασμούς και λεηλασίες.
Από την πλευρά τους οι «σύμμαχοι» παρέμειναν μέχρι
τέλους σταθεροί στην εφαρμογή της αμερικανικής πρότασης στη διάσκεψη ειρήνης
στο Παρίσι. Διαφύλαξαν ως κόρη οφθαλμού την τουρκική επικράτεια (άλλωστε οι
άγγλοι είχαν ήδη πάρει το 80% των πετρελαίων της Μεσοποταμίας και έδωσαν στους
Αμερικανούς σε πρώτη φάση το υπόλοιπο 20%). Έτσι, λοιπόν, μας απείλησαν με
πόλεμο όταν επιχειρήσαμε να καταλάβουμε την Κωνσταντινούπολη, τον Ιούλιο του
1922.
Στη Μικρά Ασία, στις αρχές Αυγούστου 1922, το Γ΄ Σώμα
Στρατού εξακολουθούσε να ελέγχει ένα μέτωπο 300 χιλιομέτρων στο βόρειο τμήμα
των επιχειρήσεων από την Προποντίδα, και διερχόμενο από τη λίμνη Ασκανία και
τις περιοχές Κιοπρού Χισάρ, Μπιλετζίκ, Μποζ Ντάγ, Σεϊντί Γαζί και Άκ Ίν.
Αναφέρουμε τα στοιχεία αυτά, διότι προκύπτει το εξής
ερώτημα: Γιατί εγκαταλείψαμε την περιοχή σε μία χρονική συγκυρία που στον
ευρύτερο ευρωπαϊκό και ασιατικό χώρο της Κωνσταντινούπολης η Στρατιά Μικράς
Ασίας διέθετε τουλάχιστον 8 μεραρχίες; Τις τέσσερις της Στρατιάς Θράκης και τις
τέσσερις του Βορείου Συγκροτήματος μεραρχιών, τουτέστιν το Δ΄ και το Γ΄ Σώματα
Στρατού;
Διότι, όπως είπαμε, οι «σύμμαχοι» μας απείλησαν με
πόλεμο αν ο ελληνικός στρατός προχωρούσε πέρα από την οριοθετημένη ζώνη
συμμαχικής κατοχής της Κωνσταντινούπολης. Μόλις ένα χιλιόμετρο προχώρησαν οι
ελληνικές μονάδες στις 15 Ιουλίου 1922 και έφθασε η διαταγή ανάκλησης της
προέλασης.
Οι κεμαλικές δυνάμεις είχαν εξασφαλισμένη την
ατιμωρησία να συνεχίσουν τις σφαγές με περισσότερο ζήλο. Στα αρχεία του
υπουργείου Εξωτερικών υπάρχουν συνταρακτικές καταθέσεις των προσφύγων που
έφθασαν στην Ελλάδα. Να μία από αυτές: «Τα βράδια άκουγα τρεις στρατιώτες, που
δεν υποπτεύθηκαν ότι γνωρίζω τουρκικά, να γελάνε, εξιστορώντας πόσους βιασμούς
είχαν κάνει, πόσες παρθένες διακόρευσαν και πόσους σκότωσαν. Ένας απ’ αυτούς
έλεγε ότι ήταν σ’ ένα απόσπασμα που είχε αναλάβει να οδηγήσει 6.000 νεαρούς
άνδρες στο εσωτερικό σαν αιχμαλώτους. Αλλά μεταξύ Μαγνησίας και Κασαμπά, με
διαταγή των αξιωματικών τους σκότωσαν όλους, μέχρις ενός».
Συνεπώς, ωχριά η Διαταγή του αρχηγού χωροφυλακής
Αϊδινίου Μεχμέρ Χρηφ προς τον σταθμό χωροφυλακής Ρεσαδιέ μετά από γραπτή
διαταγή άνωθεν: «… η πατρίς επιβάλλει την υποχρέωσιν όπως έκαστος οπλίτης
εκπληρώση αμέσως το καθήκον του της γενικής σφαγής, όπως του έχει ανατεθεί.
Έκαστος υποχρεούται να φονεύσει τέσσερις-πέντε Έλληνες». Κάποια «τέρατα» όμως
είχαν δολοφονήσει με φρικτό τρόπο εκατοντάδες Έλληνες ο καθένας.
Θα στοιχειώνουν στο διηνεκές το ανθρώπινο είδος οι
γόοι και κοπετοί των 30.000 γυναικόπαιδων στην παραλία του Αδραμυττηνού κόλπου
που περίμεναν μάταια κάποιο πλοίο σωτηρίας.
Κυρίες και κύριοι
Η γενοκτονία του
μικρασιατικού Ελληνισμού δεν χωρά σε μία Ημέρα Μνήμης. Γιατί ήταν εκατοντάδες
χιλιάδες αυτοί που σφαγιάστηκαν και πετάχτηκαν στα βάραθρα. Αυτοί που ικέτεψαν μα
έλεος δεν τους δόθηκε.
Αιωνία τους η μνήμη.